“Αυθάδεια”, γράφει η Μαρία Πανούτσου

“Il nous faut de l’audace, encore de l’audace, toujours de l’audace!” [1]

Georges Jacques Danton

Περπατώντας  στους  δαιδαλώδεις διαδρόμους του Heathrow airport.

Κρατώ στα χέρια μου ένα βιβλίο του Λ. Μπόρχες ‘τα άπαντα πεζά’.  Στην σελίδα 319 σταματώ στην φράση «για κάποιον που θέλει να κρυφτεί, το Λονδίνο είναι ο καλύτερος Λαβύρινθος»  και καθώς παρατηρώ τον κόσμο να περνά από μπροστά μου ξεκουράζοντας για λίγο τα μάτια μου από τις σελίδες του βιβλίου, αφήνομαι στο πέρα-δώθε των σωμάτων, καθώς άλλοτε σταθερά, αποφασιστικά και άλλοτε  με πισωγυρίσματα, διασταυρώνονται μεταξύ τους  σαν ένας αέναος χορός από κατευθύνεις. Και το μυαλό μου, εξ αιτίας  μιας σκηνής  που διαδραματίστηκε ακριβώς μπροστά μου, με μια μητέρα με το μικρό της γιο και ένα νεαρό αγγλόφωνο ζευγάρι, ήρθε στο μυαλό η λέξη ‘αυθάδεια’ και όλα ξεδιπλώθηκαν. Με μιας, έβγαλα το σημειωματάριο μου και άρχισα να γράφω.

Το θέατρο,  που γέμισε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου, με την πειθαρχία που μου επέβαλλε με περιόρισε αρκετά, χωρίς όμως να χάσω κάποιες ιδιότητες και χαρακτηριστικά που κληρονόμησα από τους πειρατές προγόνους μου. Ο παππούς μου ο Ανδρέας, ήταν κατηγορηματικός. Καταγόμαστε από  Ισπανούς πειρατές που έφτασαν στην Νότιο Πελοπόννησο τον 17o αιώνα. Δεν την  έχω ασπαστεί  αυτήν την δήλωση το παππού με επίσημο τρόπο,  αλλά  το επίθετο της οικογένειας του πατέρα μου ‘Σκουλαρίκος’, (οι πρόγονοι, φορούσαν ένα σκουλαρίκι και είχαν ένα  στιλέτο κρυμμένο πάντα στα ρούχα τους), που είναι μοναδικό στην Ελλάδα και το έχει μόνο μια οικογένεια, μου κλείνει το μάτι.

Το θέατρο και τώρα  και πάντα  θα είναι ο δάσκαλος μου.  Πριν χρόνια ο  Γιώργος Χατζηδάκης [1] για το περιοδικό του, μου έστειλε μια νέα δημοσιογράφο, να μου πάρει  συνέντευξη  για την παράσταση που ετοίμαζα τότε την «Νάστενκα» [2]. Η κοπέλα  με ρώτησε  τι σχέση είχα με το θέατρο και όταν της απάντησα «ότι γεννήθηκα ηθοποιός»  έμεινε έκπληκτη από την ‘αυθάδειά’ μου. Σίγουρα  ένοιωσε  ενοχλημένη, μα εγώ  πάλι της έλεγα την αλήθεια. Κάποιοι άνθρωποι γνωρίζουν από πολύ νωρίς τον προορισμό τους. Αυτό δεν μπορούμε να το αρνηθούμε.

Και το  θέατρο,  όπως όλα τα πράγματα στην ζωή και την τέχνη, εξαρτάται από το πώς το αντιμετωπίζει κανείς και τι ερμηνεία του δίνει και την σχέση που έχει μαζί του. Και εγώ τώρα τα βλέπω όλα  αυτά  από μια  απόσταση χρόνων, τώρα τα συνειδητοποιώ και όχι πάντα με πολύ χαρά. Σημείωση,  αυτή η συνέντευξη δεν παρουσιάστηκε ποτέ. Φαίνεται δεν άρεσε ή ενόχλησε για όσα ξεστόμισα τότε.

Δεν ξέρω αν όλοι οι άνθρωποι με τα χρόνια δίνουν σημασία στο παρελθόν όσο δίνω εγώ, το λέω αυτό γιατί η επιστροφή στο παρελθόν δεν είναι για όλους το ίδιο  ερεθιστική και δημιουργική.

Για πολλούς είναι θλιβερή, επίπονη, μέχρι και οδυνηρή, στην καλύτερη περίπτωση ένα μελαγχολικό, νοσταλγικό πισωγύρισμα. Για μένα είναι συμπλήρωμα γνώσης. Ό,τι άφησα ημιτελές, πρέπει να ολοκληρωθεί όσο γίνεται,  όσο είναι δυνατόν, όσο το επιτρέπει η ιδία η ζωή.

Το παρελθόν είναι μια προσευχή. Θεέ μου να βρω τα χνάρια  μου, να δω τα λάθη μου, αν διορθώνεται κάτι, αν μπορώ να ζητήσω συγγνώμη, αν μπορώ να καταλάβω. Η επιστροφή στο παρελθόν είναι μια μαγική και υλιστική συνάμα, η πιο δυνατή διεργασία στον  κόσμο τούτο. Ένα παιχνίδι -λίγο σαν την τυφλόμυγα- με το τυχαίο. Είναι το φάντασμα του Γκόγκολ, στο διήγημα του ‘το παλτό’,  που μόνο όταν ικανοποιηθεί πλήρως,  μόνο τότε  σταματά να εμφανίζεται και να ενοχλεί τους περαστικούς. Είμαι και εγώ σαν τον αντιήρωα  του Νικολάι Γκόγκολ,  τον  Ακάκιου Ακάκιεβιτς  και όπως λέει ο Ντοστογιέφσκι  «είμαστε όλοι βγαλμένοι από αυτό το παλτό». Προσθέτω, «μακάρι να είμαστε λίγο  βγαλμένοι από τα στοιχεία που συνθέτουν τον ήρωα αυτόν, τον ‘Ακάκιου Ακάκιεβιτς’».

Αλλά πού το πάω; Πού το οδηγώ  αυτό το κείμενο; Μα πού αλλού, στην λέξη  ‘αυθάδεια’ που σημαίνει λαχτάρα για ζωή και κρύβεται σε κάθε λεπτό της  μοναδικής ζωής του καθενός. Και θα θυμηθώ τον Ασσαντούρ Μπαχαριάν [3]) έναν ακόμη  δικό μου άνθρωπο,  έναν άνθρωπο που έβαλε και αυτός με την στοργή και το διορατικό του βλέμμα,  ένα ακόμη σημάδι δίπλα στα χνάρια τα δικά μου.

Μου έλεγε: «Μαρία,  νομίζω ότι πρέπει να ακολουθήσεις έναν δικό σου  δρόμο,  είσαι φτιαγμένη για το  δικό σου μονοπάτι»  μα όλοι δεν έχουμε το δικό μας μονοπάτι τον ρωτούσα,   «ναι, αλλά δε το γνωρίζουν, εσύ ήδη  το ακολουθείς συνειδητά  με το να αφήνεις την σιγουριά μιας καριέρας που τώρα αρχίζει ελπιδοφόρα, για να πας  στη  Πολωνία, να συναντηθείς  με το όραμά σου, την ουτοπία σου».  Tον Ασσαντούρ Μπαχαριάν  τον γνώρισα όταν με κάλεσε για να παρουσιάσω τα ποιήματα μου στην Γκαλερί Ώρα.

Είναι άραγε τυχαίο που οι περισσότεροι  σημαντικοί άνθρωποι  που  γνώρισα, το έφερε η ζωή να τους συναντήσω λίγο πριν τον θάνατό τους;  Ώριμοι, σοφοί με την ματιά  του θανάτου ήδη στην ανθρώπινη ματιά τους και εγώ άπειρη  και  αυθάδης  να μην ακολουθώ την πεπατημένη; Όχι δεν είναι τυχαίο. Και τώρα επιστρέφω στις εμμονές μου. Αν η νιότης δεν είναι αθώα αυθάδικη, τότε θα έχει χάσει την εμπειρία της αθωότητας,  που είναι σημαντικό απόθεμα για το μέλλον της. Υπάρχουν πολλές αυθάδειες όσες και ο αριθμός των  ανθρώπων. Και εγώ  έχω τη δική μου που με κρατάει ζωντανή και πάντα περίεργη και σε ετοιμότητα. Την αυθάδεια την βλέπω ως προτέρημα. Είναι μια απάντηση ‘δροσερή’, στις κοινωνικές τάξεις και στερεότυπα, που παρατηρούνται ανέκαθεν στον κόσμο μας  αλλά και στον κόσμο  του  Γκόγκολ, που τόσο εύστοχα με χιούμορ και δραματικότητα  παρουσιάζει σε όλα του τα έργα.

Η ‘αυθάδεια’, όπως την εννοώ, είναι στιγμιαία και επαναλαμβάνεται σε διαφορετικές στιγμές στη ζωή του ανθρώπου και δεν μπορώ να την δεχτώ ως μια μόνιμη κατάσταση στη ζωή του. Την αυθάδεια την συγχωρούμε  όταν την συναντάμε σε επώνυμους και την σιχτιρίζουμε όταν την  συναντάμε σε ανώνυμους – ό άκρατος επαρχιωτισμός.  Όμως το φάντασμα  του Γκόγκολ  ξέρει να  αυθαδιάζει και εν ζωή και μετά θάνατον, αφού έχει πάρει για καλά το μάθημά  του όσο ζούσε. Να και ο Winston Churchill με τα ωραία του: «The first quality that is needed in life, is audacity» [5].

Λονδίνο, Ιανουάριος   2016


[1] Στα γαλλικά, σημαίνει: «Πρέπει να τολμούμε και να τολμούμε πάλι και να συνεχίζουμε τολμώντας!»

[2] Γιώργος Χατζηδάκης. Δημοσιογράφος, συγγραφέας  και κριτικός θεάτρου.

[3] ‘Νάστενκα’,  θεατρικό έργο της Μαρίας Πανούτσου,  βασισμένο στις «Λευκές Νύχτες»  του Φ. Ντοστογιέφσκι. Παραγωγή  του Θεάτρου Τομή 1991-94.

[4] Ασσαντούρ Μπαχαριάν. Έλληνας ζωγράφος Αρμενικής καταγωγής.  Ιδρυτής της  «Γκαλερί Ώρα», στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Ξενοφώντος 7 στο Σύνταγμα.  Η «Γκαλερί Ώρα» εγκαινιάστηκε το 1969 από τον ζωγράφο και αγωνιστή Ασαντούρ  Μπαχαριάν ως το  «Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα». Στα σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας, η «Ώρα» υπήρξε καταφύγιο, αλλά και βήμα έκφρασης για δημιουργούς από το χώρο των εικαστικών, του λόγου και της μουσικής, που είχαν αποκλειστεί από το δημόσιο χώρο. Κατά τη μεταπολίτευση παρέμεινε ένας ζωντανός οργανισμός καλλιτεχνικής δημιουργίας, ώσμωσης ιδεών και ελεύθερης έκφρασης μέχρι το 1992.

[5] Στα αγγλικά, σημαίνει: «Η πρωταρχική ιδιότητα που χρειάζεται στη ζωή, είναι η αυθάδεια».


Σημειώσεις

-Η  εικόνα στο κείμενο, είναι από ρωσική αφίσα (Igor Grabar,  1890) για το έργο του Γκόγκολ «Το Παλτό».

-Η αρχική σημασία της αυθάδειας ήταν η συμπεριφορά κάποιου που κάνει ό,τι τον ευχαριστεί. Η λέξη είναι σύνθετη από τα δύο μέρη: αυτός + ήδομαι (ηδονή = ευχαρίστηση)

 

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη