«Έκκληση», μια επιστολή της Λένας Μαυρουδή-Μούλιου για τη δράση ‘Γράμματα ανεπίδοτα’

Σε λατρεύω Μούσα μου φίλη μου αγαπημένη, μα σε παρακαλώ, άφησέ με να πάρω μια κάποια ανάσα. Τι είναι πια κι αυτό με τη θυγατέρα σου την Έμπνευση; Μα να μη μ’ αφήνει ούτε λεπτό σε ησυχία; Δεν της έχει ποτέ πει κανείς ότι το ‘’πολύ Κύριε ελέησον το βαριέται κι’ ο παπάς;’’ ας μη κάνουμε κι εμείς το ίδιο Μούσα καλή μου γιατί ΑΝ καταλάβω ότι ο αναγνώστης βαρέθηκε και εμένα όπως ο παπάς τα πολλά ‘’ελέησον’’ κάτι θα πάθω, αλήθεια σου λέω…

Εγώ θέλω να έχω με τον αποδέκτη του γραπτού μου, τον αναγνώστη μου δηλαδή, μια σχέση ερωτική, όπως είναι στην αρχή της Η ΣΧΕΣΗ και όχι όπως καταντάει στην πορεία της τη φθίνουσα. Ειλικρινά, αν δω να γίνεται κάτι τέτοιο, εγώ θα πω a farewell to Arms.ΘΑ τους μείνω σαν μια ανάμνηση, καλή κακή δεν είμαι ΕΓΩ που θα ΚΡΙΝΩ, αλλά πάντως ανάμνηση… Γιατί, όλα μπορώ να τα ανεχθώ, π.χ. να πουν ότι το γραπτό μου δεν έχει έξυπνη πλοκή, δεν έχει φρεσκάδα, δεν θυμίζει τον παλιό καλό μου εαυτό και άλλα πολλά, μα να μου πουν: ’’ξέρεις άρχισα να σε διαβάζω αλλά μετά από λίγο βαρέθηκα ρε παιδί μου και σε παράτησα’’ εγώ τη στιγμή εκείνη ακριβώς ΤΕΛΕΙΩΣΑ και να το ξέρεις, δεν θα κάνω καμιά έκπτωση και ναι μεν αλλά… Δεν είμαι του στυλ ‘’αγαπάω χωρίς να περιμένω ανταπόδοση’’. Θέλω να είμαι το δωδεκάρι στην κριτική του, να μου λέει: «μου άρεσε τόσο πολύ το βιβλίο σου που λίγο ακόμη να ξεχάσω και το φαγητό που είχα στη φουφού και να μείνουμε θεονήστικοι, διαβάζοντάς το».  Ή πάλι: «μου άρεσε το βιβλίο σου τόσο πολύ, που ξενύχτησα να το διαβάσω αλλά άξιζε το ξενύχτι του’’.

Για να σου πω την καθαρή μου αλήθεια αν καεί το φαγητό του αναγνώστη δεν θα νιώσω καμιά τύψη αλλά άγρια χαρά!!! Και δεν έχει παρά να με ενημερώσει κι εγώ θα φροντίσω να του στείλω πίτσες από το κατάστημα τής γειτονιάς του. Θα το κάνω ευχαρίστως…

ΟΜΩΣ ΜΟΥΣΑ ΜΟΥ.

Είμαι ξέρεις κι εγώ άνθρωπος που ναι μεν το μυαλό μου είναι διαρκώς σε εγρήγορση αλλά με προδίδει το κορμί μου έτσι όπως κάθομαι με τις ώρες μπροστά στον υπολογιστή, τσούζουν τα μάτια μου και αν τα δάκτυλά μου δεν ήταν τόσο εξασκημένα με το πιάνο, Κύριος Οίδε τι διαμαρτυρία θα είχα και απ’ αυτά! Επιπτώσεις της non stop γραφής. Γνωστή η νόσος ημών των γραφιάδων και όποιον πωρωμένο σαν εμένα ρωτήσεις, τα ίδια θα σου πει. Μέχρι δε αυτή τη στιγμή που μιλάμε, φάρμακο αντιμετώπισης της νόσου δεν έχει βρεθεί. Και παρακαλώ, μη μου πεις τα γνωστά, ν’ αφήσω και καλά τις υπερβολές και μέτρον άριστον, να παίρνω ανάσες, να κάνω διαλείμματα και άλλα τέτοια χαζά σοφά, γιατί η Έμπνευση, κόρη σου είναι και την ξέρεις, δεν χαμπαριάζει απ’ αυτά. Έρχεται και μου γίνεται έμμονη ιδέα και αδύνατον να γλυτώσω από το λατρεμένο σφικταγκάλιασμά της. Με όλους μας τα ίδια

κάνει. Κάνουμε έρωτα μαζί της μέχρι τελικής πτώσεως, να μην το πω; Και λες:

‘’ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΕΘAΝΩ ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ, ΑΣ ΓΙΝΕΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΗΣ. Θα είναι ένας θάνατος σαν αυτόν που επιθυμεί ο ηθοποιός να τον βρει στο σανίδι. Όρθιο.»

Μα θα μου πεις ‘’μα είναι ανάγκη ντε και καλά να πεθάνεις Χριστιανέ μου; Αν ξεκουράσεις, αν φρεσκάρεις λίγο το μυαλό σου, τι θα γίνει δηλαδή, θα παύσει Η ΓΗ ΝΑ ΓΥΡΙΖΕΙ ΠΕΡΙ ΤΟΝ ΗΛΙΟ;’’

Καλά, καλά όλα αυτά που λες και τα ξέρω, μα εγώ, τι να κάνουμε τώρα, έτσι λειτουργώ. Όταν δεν γράφω, τα γρανάζια της ρόδας της ΔΙΚΗΣ μου ζωής αρχίζουν και τρίζουν απαίσια. Βογκούν, χάνουν στροφές και απειλούν με θανατηφόρο σταμάτημα. Και εγώ Μούσα μου να πεθάνω δεν το θέλω. Την αγαπώ τη ζωή, είμαι ευγνώμων σ’ Αυτόν που μου τη χάρισε. Μπορεί να είναι δύσκολη, στριμμένη, πικρή, μα πανέμορφη η άτιμη κι ας είναι μικρή και ας έχουμε εμείς τα ανθρωπάκια την εντύπωση πως θα ζήσουμε αιώνια… Και μην το πάρεις σαν υπερβολή αυτό το ‘’αιώνια’’ γιατί δεν είναι και λίγοι οι θνητοί που καταφέρνουν να καβατζάρουν τον αιώνα. Εκείνο δε που με θυμώνει είναι, ότι σε μια τέτοια περίπτωση ο κόσμος λέει: ‘έφυγε πλήρης ημερών’’.

Για το άνθρωπό σου που αγαπάς, που πονάς, ποτέ δεν είναι οι μέρες του πλήρεις.

Ακούει κανείς;

Ξέφυγα όμως από το θέμα μου που είναι το ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ, Η ΑΝΑΠΑΥΛΑ, στην γραφή.

Μου κάνει ξέρεις κατάπληξη το γεγονός, πώς και πολλοί συγγραφείς καταφέρνουν και δαμάζουν την αχόρταγη Κόρη σου και την βάζουν σε χρονικά καλούπια. Πώς το καταφέρνουν αυτό; Λένε π.χ. ‘’εγώ θα γράψω 3-4 ωρίτσες το βράδυ με την ησυχία μου.’’

Εγώ να σου πω, το προσπάθησα κάποτε, έβαλα χαρτιά, μολύβια, υπολογιστές, σε ένα συρτάρι και το έκλεισα ερμητικά. Μα αυτή, τι έκανε λες; (για την Έμπνευση μιλάω πάντα, ε;) Μπήκε στον ύπνο μου και με έκανε να σηκώνομαι από το κρεβάτι μου νυχτιάτικα, να τριγυρνώ σαν το φάντασμα μέσα σε ένα παγωμένο σπίτι, να καπνίζω για παρηγοριά και ησυχία να μη βρίσκω. Είδα και απόειδα και τι να έκανα; Άνοιξα το συρτάρι και η κορούλα σου έγινε από τότε, από την ΝΙΚΗ ΤΗΣ, κολλητή μου φίλη.

Μερικές Φιλίες πληρώνουν ακριβό τίμημα ύπαρξης.

Το πήρα πλέον απόφαση.

Δεν γλυτώνω πια απ’ αυτήν και δυστυχώς ούτε εσείς από μένα.

Υ.Γ.

Γιατί το γράμμα μου επεστράφη με την ένδειξη ’’παραλήπτης δεν ανευρέθη;

Το στέλνω ξανά με courier αυτή τη φορά. Να ελπίζω σε μια σου απάντηση;

Λ.Μ.Μ.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη