«“On The Rocks” (Όνειρο ή Μια νυχτιά που ο Τσαρλς Μπουκόφσκι φάνηκε στον καθρέφτη)», ένα ποίημα του Ρογήρου Δέξτερ

Στην  Μ.

 

 

Ίσως το άφθονο ποτό

Τ’ απανωτά κεράσματα

Και η διάθεση που συναρπάζει

Από τη γλώσσα μόλις νυχτώνει

Κάπου να σύρει πάλι η πόρνη το κουφάρι μου

Ίσως η μεθυσμένη νιότη

Που ζαχάρωνε τις σάρκες μου για ώρες

Ίσως η αγάπη που έμεινε στην κόλαση

Και δε σκέφτηκε

Να γυρίσει πίσω απ’ όταν έφυγες•

Δεν ξέρω τι έφταιξε στ’ αλήθεια –

Μάλλον κι οι δυο θα φταίξαμε, καλή μου

Αφού εκείνος πρώτα εμφανίστηκε στον ύπνο μου•

Βαρύς κι ασήκωτος σε μια γωνιά

Στο πιο ψηλό σκαμπό σαν έπαρση στο πάσο

Στρογγυλοκάθισε

Ενώ με κοίταζε λοξά το βλέμμα του

Να προσπεράσει ό,τι υπήρχε

Ή ό,τι δεν υπήρξε ποτέ

Στο ενδιάμεσο χώρου και χρόνου•

Και είδα τον ήπιο σαρκασμό

Στα μάτια και στα χείλη του

Καθώς σήκωνε αργά το χαμηλό ποτήρι

Όπου έλαμπε σε δύο παγάκια ο Johnnie•

(Πολλά θα μπορούσαν να συμβούν

Να ειπωθούν

Να παραμείνουν

Σκέψεις απλές ανάμεσά μας

Αλλά δεν έγιναν)

Όπως να σφίξει το χέρι με θέρμη

Να χαμογελάσει πικρά η συγκατάβαση

Ή έστω να ευχηθεί

Τέλος καλό, τύχη αγαθή

Κάτι απ’ όλα εκείνα που ξεστόμιζε εν δήμω

Όταν ήθελε

Μήπως και κοκκινίσουν μέχρι να ματώσουν

Τα φτηνά αισθήματα των φαρισαίων•

Να πει για παράδειγμα

” – Σας αφήνω τώρα –

Καλά γαμήσια, παίδες! ”

Σαν υστερόγραφο

Στο πιο στερνό του γράμμα.

Αντί για ευχή λοιπόν

Νόμισα πως τον άκουσα καλά

Να ψιθυρίζει στην γκαρσόνα

(- Κρίμα που γέρασα και δεν μπορώ

Να σου ξεσκίσω τη φωνή στον τόπο).

Είχε και κάνα δυο στροφές

Να πει για μένα πριν χαθεί

Όπου ομοιοκαταληκτούσε ο χαμός με τη ζωή

Μα δε συγκράτησα το νόημα ο πιωμένος

Μόνο τής νιότης ένιωθα τα μάτια

Που με κατάτρωγαν στις φλόγες τους

Τα δάχτυλά της που έσφιγγαν

Με τέτοιο τρόπο το ποτό

Ότι άλλες χάρες και χαρές θα εννοούσαν•

Τα τελευταία λόγια του θα ήταν:

” –  Πάει καιρός

Απ’ όταν πέταξα την καρδιά μου στα σκυλιά

Και χρόνια πολλά

Που αυτό το σώμα κουβαλά το θάνατο μαζί του•

Θα έρθουν όνειρα τρελά, να ξέρεις

Απ’ όπου θα λες να μην ξυπνήσεις

Και όταν πάλι θα ξυπνάς

Στον ύπνο ίσως θέλεις να γυρίσεις

Που έχεις το βλέμμα τού καημού στα μάτια•

Γι’ αυτό

Μη σταματάς να τραγουδάς

Τώρα που σ’ έζωσαν

Φίλοι κι εχθροί τα φίδια

Μη σταματάς

Τα ίδια τραγούδια που έμαθες μικρός

Ξόρκια παλιά στο στόμα μιας νεράιδας

Που αύριο κιόλας

Στα καφενεία ο όχλος θα χλευάσει

Και οι φίλοι τη χαρά

Στον κόρφο τους θα φτύνουν.”

Είπε βραχνά

Και έσβησε για πάντα

Λες και δε φάνηκε ποτέ στα όνειρά μου

Μήτε και η φωνή του μέσα στη φωνή μου.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη