Κατηγορία: Της Λένας τα διηγήματα

«Ερμής», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτό που λέμε ’’φιλοτελίστρια,’’ γιατί, ο φιλοτελισμός είναι αγάπη, είναι πάθος, που η Έλλη δεν το είχε, όπως και να το κάνουμε. Απλά είχε αποκτήσει την συνήθεια, παρμένη από το αγόρι της απ’ όταν ήταν νέοι και οι δυο, να μαζεύει κυρίως Ελληνικά γραμματόσημα και να τα ταξινομεί σε ειδικά τετράδια γι’ αυτήν τη δουλειά, με προσοχή, μη χαλάσει κανένα δοντάκι, πιάσιμο με τσιμπίδα και τοποθέτηση στις ειδικές διάφανες θήκες. Όσο ήταν νέα, δεν κουραζόταν να στέκεται

Συνεχίστε...

«Κρύο», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Χειμώνας και το κρύο απίστευτο για τα Ελληνικά δεδομένα και μάλιστα για το Κλεινόν μας Άστυ. Το δε γεγονός της παντελούς απουσίας κεντρικής θέρμανσης κάνει τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών μας, να θυμίζουν καταψύκτες ελάχιστα πιο ζεστούς από τα igloo των Εσκιμώων. Όπως συμβαίνει και με τον ανελέητο ήλιο του καλοκαιριού, που μετατρέπει τα σπίτια σε θερμοσυσσωρευτές αυξάνοντας την θερμοκρασία του περιβάλλοντος, το άλλο άκρον τη υπερβολής… Σπίτια στην πρωτεύουσα με μηδενικούς βαθμούς

Συνεχίστε...

«Igloo», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Έπιανε το στυλό να γράψει, έτσι να αδειάσει το μυαλό της κάπως απ’ αυτά που το βάραιναν, μα το χέρι της πάγωνε, παρ’ όλη την γραφική  δραστηριότητα. Δεν το μπορούσε το κρύο η Φωφώ, την αποσυντόνιζε, της πάγωνε εκτός από το σώμα και την ψυχή, πράγμα πολύ χειρότερο. Αυτό το  πάγωμα της ψυχής που μοιάζει σαν να έχει αδειάσει ο εσωτερικός σου κόσμος και ας πατάς γερά στη Γη. Έκανε λίγες ασκήσεις μήπως και κυκλοφορήσει το αίμα καυτό και ζωντανέψει τα ακροδάκτυλά της, αλλά και αυτό κάπου είχε

Συνεχίστε...

«Το αεροπλάνο», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Αν είναι να πάρεις μολύβι και χαρτί και να γράφεις έτσι από συνήθεια, από ανάγκη ή από φυγή, καλύτερα καλή μου να το αποφύγεις. Σου το λέω ΕΓΩ, η Έμπνευσή σου, υπερτονίζοντας το γεγονός, για να μη γίνεις αντικείμενο χλευασμού καταφεύγοντας στα απολύτως προσωπικά σου, τα οποία και στη  τελική ποιον να ενδιαφέρουν ιδιαίτερα. Καθένας έχει τα προβλήματά του μικρά ή μεγάλα που αναμένουν τη λύση τους, μα τα δικά σου αφορούν εσένα ακόμη και αν άπτονται κοινού θέματος. Δε με συγκινεί ιδιαίτερα να σε δω

Συνεχίστε...

«Τύχη», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Ο καιρός χάλια. Ερχόταν μπόρα. Ο αέρας που φυσούσε μανιασμένα την καθυστερούσε λίγο, μα ότι τα βαριά σύννεφα έπρεπε να αδειάσουν ήταν ολοφάνερο. Η Πόπη κατάκοπη όπως ήταν δεν άντεχε στη σκέψη ότι και το λεωφορείο θα έπρεπε να περιμένει και σαν σαρδέλα να στριμωχτεί σαν έμπαινε μέσα, τέτοια ώρα αιχμής, με τέτοιο διαβολόκαιρο. Πήγε λοιπόν και στάθηκε λίγο πιο μακριά από το προστατευτικό σκέπαστρο της στάσης ελπίζοντας να μην αρχίσει η βροχή, καθώς δεν είχε προνοήσει να πάρει μια ομπρέλα μαζί

Συνεχίστε...

«Ο κάβουρας», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

«Μη μου μιλάς σε παρακαλώ. Μόλις ξύπνησα από έναν ύπνο που δεν απόλαυσα καλά καλά. Καφέ και τσιγάρο ακόμη δεν άγγιξα και είμαι εντελώς εκτός». «Έλα όμως που εγώ που οφείλω να είμαι εντός, σε ρωτώ ειρηνικά ‘’τι θέλεις να φάμε σήμερα αγάπη μου;’’» «Καλά σου μιλάω σε άπταιστα Ελληνικά ότι δεν ήπια ακόμη καφέ και συ αντί να δείξεις κατανόηση, με ρωτάς για  τόσο σοβαρά πράγματα; Είσαι σοβαρή;» «Άκου Νώντα, Επαμεινώνδα, πρέπει να πάω για ψώνια. ’Εχω σηκωθεί από τα άγρια χαράματα, με περιμένουν

Συνεχίστε...

«Ο μπακλαβάς», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Ου φονεύσεις. Ου ψευδομαρτυρήσεις. Ου κλέψεις (κυρίως αυτό). Και άλλα επτά ‘’ου,’’ στοίχειωναν τη ζωή του μικρούλη Ηλία. Εκείνο δε το ‘’ού κλέψεις’’, τον βασάνιζε περισσότερο, έτσι λιχούδης που ήταν και δεν άφηνε ακέραια τα βάζα με τα διάφορα γλυκά του κουταλιού που έφτιαχναν μάνα και γιαγιά του, για  τις ανάγκες τού σπιτιού, τότε που το ζαχαροπλαστείο ήταν ακουστό μόνον σαν έννοια. ΒΡΕ ΤΟΝ ΠΑΡΑΚΑΛΕΣΑΝ, βρε τον καλόπιασαν, βρε τον απείλησαν ότι  θα πάει στην κόλαση. Άδικος κόπος. Το παιδί

Συνεχίστε...

“Το κοχύλι”, γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Η παραλία σχεδόν αδειανή. Τέλος Εποχής και το μικρό Καλοκαιράκι του Σεπτέμβρη δεν έδειχνε σημάδια Φθινοπωρινά. Η Φύση είχε γλυκάνει, η μεγάλη ζέστη αποτελούσε πια ανάμνηση και η θάλασσα ακύμαντη και ζεστή,  ήταν όλη δική της. Πράγματι η Μέλπω την απολάμβανε με μια αίσθηση πληρότητας, ως εάν η αμμουδιά και η θάλασσα να ήταν κτήμα της που δεν θα άφηνε κανέναν να παραβιάσει. Τα βλέφαρά της με τις πυκνές καγκελωτές βλεφαρίδες κλειστά, χωρίς να κοιμάται. Ξάφνου μια σκιά διαπέρασε τα διάφανα στόρια

Συνεχίστε...

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη