Μεσημέρι Σαββάτου. Ένα μεσημέρι ζεστό, παράξενο για την εποχή. Ο Απρίλης αυτός ήταν πράγματι πολύ ζεστός, μα συνάμα προνόησε να ντύσει τα πάντα γύρω του με την πολύχρωμη φορεσιά τους. Τα δέντρα γεμάτα άνθη, με φύλλα πολύχρωμα και παιχνιδιάρικα, επιτρέποντας στο απαλό αεράκι του Απρίλη να τα χαϊδεύει και να τα λικνίζει με ρυθμούς χορευτικούς. Τα παρτέρια επίσης στα λιγοστά πάρκα της πόλης καταπράσινα κι αυτά! Ένα άρωμα μεθυστικό από τους λεμονανθούς και τις νεραντζιές, που δέσποζαν κατά μήκος
Κατηγορία: Λόγοι των Φίλων
Μόλις κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του Τάσου Μάντζιου με τίτλο «Τα οξέα του ποιήματος» [καλλιτεχνικό σωματείο ‘Έλευσις & Υδράνη’]. «Τα οξέα του ποιήματος» είναι η πρώτη εκδοτική απόπειρα του Τάσου Μάντζιου, ο οποίος όμως ασχολείται χρόνια με τη συγγραφή και αρκετές φορές έχει δημοσιεύσει έργα του στη Λόγω Γραφής. Σήμερα μάλιστα, 22/4/2018 και ώρα 8.30μ.μ., θα παρουσιαστεί το βιβλίο του στο καλλιτεχνικό σωματείο ‘Έλευσις & Υδράνη’, Ευμολπιδών 9Α στο Γκάζι (σταθμός Κεραμεικός). Για το
‘’Καλώς τον… Πού γύριζες τόσες ώρες ρε παιδί; Ανησύχησα. Τι έγινε, βρήκες τίποτα ή τζάμπα έφαγες τη μέρα σου εκεί έξω;’’ Ρώτησε ο ηλικιωμένος τον νεαρό μόλις σίμωσε κοντά του. Ο Αντώνης τον χαιρέτησε συνοφρυωμένος, με μια κίνηση του κεφαλιού και βάλθηκε να φτιάχνει τα πράγματά του. Αμίλητος και συννεφιασμένος ξάπλωσε στη δικιά του πλευρά με τα χαρτόκουτα για στρώμα. Ο γέρος τα είχε τραβήξει κάτω από το υπόστεγο, το ένα δίπλα στ’ άλλο, όταν είδε πως γέμισε ο ουρανός με μυριάδες αγριεμένα
Αφιερώνεται στον ήρωα Καρδιτσιώτη Σμηναγό Γιώργο Μπαλταδώρο, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο α) τα θερμά συλλυπητήριά μου στην οικογένεια για τον άδικο χαμό του, αλλά και β) τον συμβολισμό ότι αυτοί οι Ακρίτες (Κυρά της Ρω, Γ.Μπαλταδώρος κ.ά.) μένουν πάντα στη μνήμη μας ως προασπιστές του Ελληνισμού και Πολιτισμού μας. Ι.Σ.Ι.Αυτή, που στέψαν αρμόδια του Πολιτισμού, βάζει τη μασέλα της σε ποτήρι και κοιμάται στου Μορφέα την αγκάλη, στου Μανδραγόρου, κάποτε στου Ενδυμίωνος και
Κοιτούσα το ρολόι,δύο και τέταρτο… μεσάνυχτα.Η ώρα που τα όνειρα πλαγιάζουνκι οι φιλοδοξίες αποχαιρετούν τις συζητήσεις.Σαν δόλωμα μια συνήθειαν' ανοίγω βιβλία με τίτλους μνήμης.Να φυλλομετρώ τους απόηχουςπου κάνει μια πρωτόλεια λάμψη από χαράστο κιτρινισμένο βλέμμα μιας παλιάς σου λέξης,που ξεθώριασε στο μόχθο της μελάνης.
Γυρνώ σελίδες πίσω στ' όνειρο.Υπνοβατώ με τα ακροδάχτυλαστις συλλαβές των δύσβατων λημμάτων.Σε ψάχνω…σ'
-Έλα εδώ Γιαννάκη, πάρε αυτό το καλάθι, έχει μέσα κόκκινα αυγά, κουλούρια, δυο τσουρέκια κι άλλα πασχαλινά, να τα πας στο παππού σου. -Μα Μαμά, με περιμένει η παρέα μου. -Άστους, να περιμένουν, άντε πήγαινε τώρα και γρήγορα. Μετά κάνε ό,τι θες, τον μάλωσε η μητέρα του. -Καλά μαμά, πάω, είπε ο μικρός δυσανασχετώντας. -Παππού, παππού! φώναξε ο μικρός και έκρουε την πόρτα. Ήταν σχεδόν μισάνοιχτη και μπήκε μέσα -Παππού, παππού! ξαναφώναξε, πού είσαι; Κοίταξε από δω, κοίταξε από κει, τίποτα.
Μας πάει όπου θέλει η ζωήή όπου θέλουμε εμείς την πάμε;Τόσες δικαιολογίεςτόσες αιτιάσεις για την αποτυχίαδυσκολεύεσαι να τις πιστέψεις.Από νωρίς συναντάμε εμπόδιαδυσκολίες μεγάλεςμα όλα αυτά είναιγια να τα ξεπερνάμε.Άλλοι ξεκινάνε από το πρώτο σκαλίκι άλλοι από τη μέση της σκάλαςη κοινωνία μαςδεν είναι δίκαιηκαι τι μ’ αυτόπρέπει να τρέξουμε μπροστάν’ αγωνιστούμενα δώσουμε νόημα στη ζωήγια να την πάμε όπου θέλουμε εμείςόχι
Ἀπὸ τὴν (ἄγνωστη;) παράδοση καὶ ποίηση τοῦ Θείου Πάθους [Ἀφιερώνεται στὴν αγαθή μνήμη τοῦ παπποῦ μου Βασιλείου Γ. Νταλάση (1850-1912) ὡς ἐπίσης καὶ τῶν γονέων μου Στεφάνου Β. Νταλάση (1896-1979), καὶ Ἀγόρως Νταλάση (τὸ γένος Ἀναστ. Δ. Λάππα 1897-1972) γιὰ τἠν ἀγάπη τους καὶ τὸ μεράκι τους ποὺ είχαν γιὰ μένα γιὰ τὴν πρόοδο καὶ τὰ γράμματα σὲ καιρούς δύσκολους.]
Προλεγόμενα:-Ἡ «Ποικίλη Στοά» καὶ ὁ ἐκδότης της Ἰωάννης Ἀρσένης.-Ὁ θρυλικὸς Ἀχάσβερος καὶ ὅσοι
Πρόσφατα σχόλια