«Το βραβείο», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Η Ζωή ήταν πανευτυχής για τη βράβευσή της στο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Κύπρου, στον οποίο απέσπασε το Α’ Βραβείο. Τα συγχαρητήρια έπεφταν βροχή και εκείνη δεν προλάβαινε να ευχαριστεί φίλους και γνωστούς. Θρίαμβος.

Η απονομή των βραβείων θα γινόταν σχετικά σύντομα και όφειλε να παρευρεθεί στην τελετή, αλλιώς ακυρωνόταν το βραβείο της και πήγαινε στον αμέσως επόμενο στην βαθμολογία. Επρόκειτο για βασικό όρο των διοργανωτών και όφειλαν οι διαγωνιζόμενοι να συμμορφωθούν… Τον πάπυρο συνόδευε το καθόλου ευκαταφρόνητο ποσόν των χιλίων ευρώ, άσχετα αν τα χρήματα θα πήγαιναν σε αεροπορικά εισιτήρια διαμονή και τροφή, χώρια τα δώρα που εθιμοτυπικά όφειλες να προσφέρεις αν μη τι άλλο στους όποιους ‘’φίλους’’ από το fb…

Είχε λοιπόν την έγνοια να ετοιμαστεί για το ταξίδι, παίρνοντας και την σχετική άδεια από το γραφείο της. Εδώ ήταν λίγο αγχωμένη, γιατί και η τύχη τής έπαιζε παιχνίδια. Τώρα βρήκε να κάνει την εμφάνισή του ένα πρότζεκτ που ήταν καθαρά δική της αρμοδιότητα, απαιτούσε πολλή δουλειά και αδιάλειπτη φυσική της παρουσία. Κάποιος που να την αντικαταστήσει δεν υπήρχε και εκείνη δεν ήξερε πώς να διαχειριστεί το όλο θέμα. Να όμως που η ίδια αυτή τσαχπίνα Τύχη που την φόρτωσε με καθήκοντα, που βρήκε μόνη της και την λύση. Ναι μεν η δουλειά απαιτούσε την φυσική  της παρουσία αλλά αρχής γενομένης από τη Δευτέρα, ενώ η απονομή θα γινόταν Παρασκευή απόγευμα και την επομένη οι διάφορες εορταστικές εκδηλώσεις. Οπότε η αίτηση άδειας αφορούσε κατ΄ ουσία μόνον την Παρασκευή. Έτσι της δόθηκε η μονοήμερη άδεια και άδικα το άγχος και η αγωνία της. Τα άστρα την ευνοούσαν με μία, όπως θα δούμε, σκανδαλώδη εύνοια. Το έχουν αυτό το χούι τα άστρα έτσι και τα πιάσει η γενναιοδωρία τους.

Μία κόκκινη τριανταφυλλένια ανθοδέσμη από τον διευθυντή της και ένα κουτί πανάκριβα σοκολατάκια να έχει να μασουλά στο αεροπλάνο και να της διώχνουν τις αρνητικές σκέψεις, έκανε τις προσωπικές μετοχές της στο χρηματιστήριο αξιών τής ζωής της να βρίσκονται σε συνεχή άνοδο. Όλα αυτά Κύριος οίδε πόσο ανάγκη τα είχε η Ζωή μετά την καταρράκωση που είχε υποστεί με τη διάλυση του πενταετούς δεσμού της με τον Μάνθο.

Ανανεωμένο ηθικό λοιπόν, ανανεωμένη ψυχολογία και άρχισε να απολαμβάνει το τριήμερο, αμέσως με την επιβίβασή της στο αεροπλάνο, εκείνην την Παρασκευή που σημάδεψε τη ζωή τής Ζωής μας!!!

Είπε: ‘’Θα διώξω την όποια σκοτεινή και τοξική σκέψη μολύνει το μυαλό μου και θα αφεθώ στη μαγεία όχι ενός συνηθισμένου βραβείου, αλλά στην επιβεβαίωση τού ότι είμαι μια καλή ποιήτρια.’’

Πράγματι όλοι προσέβλεπαν σ’ ένα νέο δυναμικό αστέρι στον τομέα αυτόν της Λογοτεχνίας.

Το κορίτσι αυτό είχε και μία ιδιαιτερότητα περίεργη. Ενώ έγραφε με λυρισμό, ρομαντισμό και φινέτσα, μιλούσε στην καθημερινότητά της σαν καραγωγέας, σαν φορτηγατζής που του τράκαραν το φτερό σε μια άσκοπη προσπέραση! Ποια από τις δύο πλευρές της ήταν η αυθεντική δεν μπορούμε να ξέρουμε. Η Ιστορία λένε, γράφεται τριάντα χρόνια μετά τα τεκταινόμενα. ΤΟΤΕ θα το μάθετε. Άλλωστε θα έχει γίνει πασίγνωστη και ό,τι την αφορά θα το γράφει και η βικιπαίδεια. Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο για τους διάσημους.

Αδύνατον πάντως να πιστέψει κανείς, ότι το βραβευμένο ποίημα που ειρήστω εν παρόδω θα της μελοποιούσε ονομαστός συνθέτης, της ανήκε. Αλλά και πάλι, τα σόκιν λόγια που ξεστόμιζε, δεν απέπνεαν χυδαιότητα όπως θα απηχούσαν από το στόμα οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, ακούγονταν σαν τολμηρός αστεϊσμός. Πώς το κατάφερνε αυτό, μυστήριο!

Στην Πάφο την υποδέχτηκαν με μια μεγάλη αγκαλιά και ένα επίσημο μεσημεριανό γεύμα λίγες ώρες πριν την απονομή, στο οποίο φυσικά παρευρέθηκαν όλοι οι βραβευμένοι του διαγωνισμού. Η Ζωή εκεί πληροφορήθηκε ότι το βραβείο της θα το μοιραζόταν καθώς ισοβαθμούσαν, με έναν Ιταλό, καθώς ο διαγωνισμός ήταν παγκόσμιος. Της τον  συνέστησαν και η Ζωή τον ερωτεύτηκε coup de foudre, που λένε στα μέρη μας.

Ένα πανέμορφος νέος άντρας, με τόσο μαύρα στιλπνά μαλλιά που θαρρείς και είχαν σκούρες μπλε ανταύγειες, που ταίριαζαν με τα επίσης μπλε μάτια του. Μια μόνιμη μελαγχολία βάραινε αυτά τα σκούρα μπλε μάτια, που τα σκίαζαν κάτι τεράστιες καγκελωτές βλεφαρίδες που τις νόμιζες πρόσθετες. Καμιά ηδυπάθεια ή θηλυπρέπεια, όπως ίσως θα περίμενε κανείς να πούμε. Άντρας, άντρας σωστός και απίστευτα γοητευτικός, με ένα μικρό λακκάκι στο μάγουλο και… θεληματικό πηγούνι…

Απίστευτο, μα γνωρίστηκαν Παρασκευή και το Σάββατο ήταν ζευγάρι. Ένας έρωτας από κείνους που όλοι ονειρεύονται και λίγοι ευτυχούν να γνωρίσουν σε τούτη τη ζωή.

Η Ζωή, μόνο στα διηγήματά της – και πεζογράφος εκτός ποιήτριας- ζωντάνευε τέτοιες παραμυθένιες ιστορίες και δεν φανταζόταν ότι μπορεί και να υπάρχουν στ’ αλήθεια.

Ευχόταν να ήταν μπορετό αυτές οι τρεις ημέρες να μεγάλωναν, να μεγάλωναν και να χωρούσαν μια αιωνιότητα.

Και το θαύμα έγινε.

Το πράγμα σοβάρευε και έπαιρνε μαγικές διαστάσεις, αφού Ο Μαουρίτσιο τής πρότεινε, το αμέσως προσεχές Π/Σ/Κ/ να πάει στην Φλωρεντία να γνωρίσει τους δικούς του.

Μαγεμένη μπήκε στο αεροπλάνο τής επιστροφής και εκείνος στο δικό του για Ιταλία.

Η Ζωή, είχε την αίσθηση ότι την καρδιά της την άφησε κάπου εκεί στις αποσκευές εκείνου, ή όπως της είπε ο ποιητής της, στο τσεπάκι το αριστερό το πουκαμίσου του να ακουμπά στην δική του καρδιά.

Ποιητές… Εκθαμβωτικά υπερβολικοί.

Μέσα στο αεροπλάνο και σε χρόνο ρεκόρ, εκείνη έγραψε ένα ποίημα που έμελλε να σαρώσει όλα τα βραβεία, ελληνικά και διεθνή και την καθιέρωσε στο Πάνθεον των μεγάλων ποιητών μας. Και ας λέει η Κική Δημουλά ότι ο ποιητής δεν γράφει όντας ευτυχισμένος. Αυτή δεν γινόταν να είναι πιο ευτυχισμένη, άλλος χώρος στην καρδιά της για ευτυχία δεν υπήρχε.

Το επόμενο Π/ Σ/Κ/ την περίμενε στο αεροδρόμιο, προσφέροντάς της ένα τριαντάφυλλο, που πρώτα το ακούμπησε στα γραμμένα του χείλια.

Η Φλωρεντία, συμπτωματικά, ήταν η πόλη που η Ζωή πάντα ονειρευόταν να επισκεφτεί, η πόλη Μουσείο, ή όπως την χαρακτήριζαν οι ειδικοί, η Μέκκα της ζωγραφικής και γλυπτικής, σύγχρονης και παλαιάς.

Το σπίτι του, ένα παλαιό επιβλητικό αρχοντικό, η πρόσοψη του οποίου ήταν καλυμμένη με βουκαμβίλιες ροζ και κόκκινες απίστευτης ομορφιάς.

Οι γονείς του, δύο όμορφοι μεσήλικες, μεγαλύτεροι προφανώς από τους δικούς της γονείς, που ταίριαζαν με την όλη εικόνα του αρχοντόσπιτου αλλά και τον περιβάλλοντα χώρο του.

Την υποδέχτηκαν εγκάρδια και η Ζωή άθελά  της σκέφτηκε, σαν πόσες φορές οι άνθρωποι αυτοί δεν θα είχαν ζήσει ξανά και ξανά την σκηνή τούτη με τον γοητευτικό γιο τους. Μα τι σημασία είχε αυτό; Η κάθε φορά ήταν διαφορετική και αφού ήταν του παιδιού τους ήταν και δική τους βέβαια.

Το εσωτερικό του Μεγάρου ίδια εντυπωσιακό, με μια φαρδιά μαρμάρινη σκάλα με ξύλινη χοντρή κουπαστή που οδηγούσε θαρρείς στον ουρανό.

Στο ισόγειο μία τραπεζαρία και τρία σαλόνια διαφορετικού στυλ, που έδεναν όμως αρμονικά μεταξύ τους. Η κοπέλα θα  είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει στο μέλλον ότι πάρα πολλά τέτοια αρχοντικά υπήρχαν σ’ αυτή την φανταστική Ιταλική πόλη.

Η Ζωή δεν γνώριζε Ιταλικά, αλλά ευτυχώς εκείνοι γνώριζαν αρκετά καλά γαλλικά και αυτό πρόσθετε στην όλη ομορφιά, μιας και κατά την γνώμη μας η γαλλική γλώσσα είναι και γοητευτική και ερωτική…

Εντυπωσιασμένη στο έπακρον η Ζωή με αυτούς τους ανθρώπους που παρά την εμφανή οικονομική τους ευρωστία και αριστοκρατικότητα, ήταν απλοί και προσηνείς, δεν απέφυγε έναν συνειρμό για τον πρόγονό τους των νεωτέρων χρόνων, τον φανφαρόνο και επιδειξιομανή Ντούτσε, που οδήγησε το λαό του, πριν μόλις λίγα χρόνια, στην περιπέτεια του πολέμου. Να που η λαμπρή τούτη Γη γέννησε και τέτοιους γελοίους, παρασέρνοντας τα παιδιά της, όπως είπαμε σε έναν πόλεμο στον οποίο σύρθηκαν κρατώντας από το ένα χέρι την καραμπίνα και από το άλλο τη φυσαρμόνικα. Τα ονομάσαμε τα παιδιά εκείνα οχτρούς, αλλά όχι μισητούς, όπως τους συνεταίρους του αρχηγού τους, εκείνα τα αιμοβόρα θηρία!!! Υπάρχει τεράστια διαφορά.

Γρήγορα έδιωξε τον απόηχο του 1940 και αφέθηκε να απολαύσει ένα μοναδικό δείπνο υπό τους ήχους τους απαλούς, του Αdagio  του Albinoni.

Στο δικό του διαμέρισμα αργότερα που ήταν αποκομμένο από το μέγαρο,  την έκανε να χαλαρώσει και να δοθεί σε έναν έρωτα συνέχεια εκείνου των μαγικών ημερών της Κύπρου.

Πού θα την έβγαζε άραγε η ιστορία αυτή;

Μα τι σημασία είχε το ΜΕΤΑ; Ας ζούσε το ΤΩΡΑ της, χωρίς να κάνει σχέδια και προγραμματισμούς. Είδαμε τι συνέβη και με τα σχέδια που έκανε από κοινού με τον Μάνθο, πού την οδήγησαν. Έπεα πτερόεντα οι υποσχέσεις του και η φερεγγυότητα των σχεδίων τους… Όλα θυσία στον βωμό, ποιας, αλήθεια, σκοπιμότητας; Ποτέ δεν κατάλαβε την αιτία του χωρισμού τους η Ζωή. Έφτασε όμως τώρα να σκεφτεί ότι όλα για κάποιον λόγο  γίνονται. Να πού την οδήγησε εκείνη η θλίψη, στην απόλυτη ευτυχία με τον Μαουρίτσιο, ίσως γιατί τής το όφειλε αυτό η συνονόματή της ζωή. Πολύ σπάνια μεν, αλλά αναγνωρίζει τα λάθη της η μαντάμ και επανορθώνει!

Την επομένη, την ώρα του breakfast ακούει κατάπληκτη την μητέρα του, να λέει στον Αντριάνο  τον σύζυγό της:

«Λοιπόν καλέ μου, νομίζω ότι κάτι ήθελες να ρωτήσεις τη Ζωή μας…»

«Μα δεν μου διέφυγε αγαπητή μου. ΠΩΣ ΘΕ ΝΑ ‘ΤΑΝ ΔΥΝΑΤΟ;» Και γυρίζοντας στη Ζωή την ρωτά:

«Mademoiselle, voullez vous dancer un tango avec ma famille; Ον εστί μεθερμηνευόμενο: Ζωή θέλεις να παντρευτείς το γιο μας; Είναι τρελός μαζί  σου. Ρωτάμε πρώτα εσένα και μετά ερχόμαστε στην Αθήνα για τα επίσημα με τους συμπεθέρους…»

Τα μάτια της Ζωίτσας γέμισαν δάκρυα. Τόση ευτυχία δεν μπορούσε να την αντέξει άλλο.

‘’Ευλογημένο βραβείο. Συνεχίζεις τις επιβραβεύσεις σου μη περιοριζόμενο στα τυπικά και συνήθη. Θεέ μου, τι πρέπει να κάνω για σένα; Να σε κορνιζώσω με κορνίζα χρυσή ή να σε κρεμάσω στην προμετωπίδα του σπιτιού που θα κάνω με τον Μαουρίτσιο;’’…

Μέχρι σήμερα, δέκα χρόνια μετά από εκείνη την Παρασκευή στην Κύπρο, κανένα σύννεφο δεν ήρθε να σκιάσει τον ούτως ή άλλως μπλε ουρανό των δύο πατρίδων της καρδιάς τους.

Και…

«Μανούλα και εγώ θα γίνω ποιήτρια σαν εσένα και τον μπαμπά μου όταν μεγαλώσω λίγο…

»Να σου διαβάσω ένα ποίημα που έγραψα σήμερα για εσάς τους δυο;

» Άκου…»

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη