«Ταινία ‘3-Iron – Ολομόναχοι μαζί’, του Κιμ Κι-ντουκ», γράφει η Ρόρη Μάτη

Ο Ασιατικός κινηματογράφος πάντα μας πρόσφερε κινηματογραφικά αριστουργήματα.

Οι πλέον γνωστοί και μεγάλοι σκηνοθέτες του υπήρξαν ο Ακίρα Κουροσάβα και ο Ναγκίσα Οσίμα. Ο Ασιατικός κινηματογράφος έχει όμως και σπουδαίους συνεχιστές, όπως ο γνωστότερος Ζαν Γιμού.

Η ταινία του Κορεάτη Κim-Ki-Duκ “3-Iron” είχε την τύχη να έχει σαν ελληνικό τίτλο το “Ολομόναχοι Μαζί”.

Δεν έχουν όλες οι ταινίες την τύχη να έχουν επιτυχημένη απόδοση στα ελληνικά ως προς τον τίτλο. Προσωπικά για μένα έχει γίνει σλόγκαν και σε πολλές φάσεις της ζωής μου, γυρίζει στο μυαλό μου αλλά και εκφράζεται προφορικά.

Η ταινία είναι του 2004. Λογικά την είδα πρώτη φορά το 2005 στην κινηματογραφική οθόνη. Για πολύ λίγες ταινίες μπορώ να γράψω οτιδήποτε, χωρίς να τις έχω δει ή ξαναδεί πρόσφατα.

Για να γράψω, λοιπόν, στη “Λόγω Γραφής”, κριτική ή κατάθεση ψυχής, όπως μου αρέσει να λέω για όσα γράφω γενικά, έπρεπε να ξαναδώ αυτή τη σπουδαία ταινία, που η πρώτη μου επαφή μαζί της μου είχε “διδάξει” έναν ιδιαίτερο τρόπο κινηματογράφησης και πώς μπορεί να γράφει ένα τόσο στιβαρό σενάριο.

Η ταινία υπάρχει στο αρχείο μου, αλλά το DVD βρίσκεται στο χωριό που παραθερίζω. Έψαξα λοιπόν στο διαδίκτυο να τη βρω. Την βρήκα μόνο με ισπανικούς υπότιτλους. Αν έχετε δει την ταινία θα ξέρετε πως οι υπότιτλοι είναι ελάχιστοι και ελάχιστα χρησιμεύουν στην κατανόησή της, μιας και οι κύριοι πρωταγωνιστές δεν ανταλλάσσουν ούτε μια κουβέντα, δεν αρθρώνουν ούτε μια λέξη μεταξύ τους. Την είδα, λοιπόν, στην Ισπανική κόπια και δεν έχασα τίποτα από τη μαγεία της, πέρα από τη φυσική μαγεία της μεγάλης οθόνης. Μα πάλι βρίσκω φτωχά αυτά που έγραψα γι’ αυτή.

ΟΛΟΜΟΝΑΧΟΙ ΜΑΖΙ

Είναι ανέφικτο να διακρίνεις το όνειρο από την πραγματικότητα. Όμως είναι ακόμα πιο δύσκολο να μην παραδοθείς σε αυτή την ποιητική ελεγεία του Kim Ki-duk.

“Είμαστε όλοι μας άδεια σπίτια που περιμένουν κάποιος να τα ανοίξει”. Αυτόν τον ρόλο αναλαμβάνει ένας νεαρός, που δύσκολο να διακρίνεις το βάρος της πραγματικότητας και του ονείρου πάνω του. Μαγεμένη απ’ την αύρα του ονείρου, μια κοπέλα κακοποιημένη από την στυγνή πραγματικότητα, εν προκειμένω του βάναυσου συζύγου, θα τον ακολουθήσει ως την ύστατη ένωση. Μαζί θα ανοίξουνε σπίτια, άνευ διακρίσεων, και από τις σχισμές της “διάρρηξης” θα αφήσουν να εισέλθει φως ποιητικό, φως πανανθρώπινης μαγείας. Ακόμα και τώρα, η πραγματικότητα και το όνειρο συγχέονται με δυσδιάκριτο τρόπο. Ο Kim Ki-duk με κινηματογραφική μαεστρία θα υποδηλώσει τη διττή μορφή του κόσμου που μας περιβάλλει. Χρησιμοποιώντας ευρύχωρα ως προς τη φαντασία κάτοπτρα, και απόλυτες ως προς την πραγματικότητα φωτογραφίες. Οι αντανακλάσεις των ειδώλων στα κάτοπτρα και η αποτύπωσή τους στο φωτογραφικό film είναι οι δύο όψεις του κόσμου μας. Κάπως αργότερα, σε μία από τις ελάχιστες διαλεκτικές σκηνές, ένας αστυνόμος λέει “το ανθρώπινο μάτι μπορεί να κοιτάξει μόνο 180 μοίρες”.

Όμως ο νεαρός πρωταγωνιστής καταφέρνει να σπάσει αυτό το αξίωμα. Δεν μας αποκαλύπτεται ο τρόπος που καταφέρνει να γίνεται αόρατος από όλους εκτός από την αγαπημένη του. Πειραματίζεται, στη φυλακή να “καθυποτάξει” ακόμα και τη σκιά του. Με τη φιλοσοφία του ζεν, με πλήρη αυτοέλεγχο μέσω συνεχούς άσκησης. Το ονειρικό είναι πως καταφέρνει να γίνεται αόρατος, ακολουθώντας τους βηματισμούς των ανθρώπων στους οποίους έρχεται σαν εκδικητής 3-Iron.

Ο P. Coelho έχει πει: “Η αγάπη δε δοκιμάζεται σε έναν αναπάντεχο χωρισμό, αλλά στη μακροχρόνια οικειότητα”. Αυτή η μακροχρόνια οικειότητα που παρατηρείται στις διαπροσωπικές σχέσεις και στις σχέσεις ιδιοκτησίας, καθιστούν τη ζωή στεγνή, ανέμπνευστη, κυνική και κομπιουτεραρισμένη. Ο Κορεάτης σκηνοθέτης κατηγορεί ξεκάθαρα τον μέσο άνθρωπο για την εθελούσια παράδοση του σε έναν κόσμο ρουτίνας, σε μια ζωή αποστειρωμένη. Ακόμα και όταν η ποίηση εμφανίζεται αιφνίδια στη ζωή του, αυτός ξαφνιασμένος και ενοχλημένος την γρονθοκοπά μέχρι τον οριστικό αφανισμό της. Όμως ακόμα και αυτή η αραχνιασμένη ζωή μπορεί να γίνει θαύμα. Αρκεί μια σταγόνα όνειρο, και με ευλάβεια να συναντήσεις της ψυχής το άστρο…

Ο Kim Ki-duk υπογράφει ένα εικονοκλαστικό μεγαλούργημα. Οι συμβολισμοί εμβαθύνουν στα από τη γέννησή μας φιλοσοφικά ερωτήματα. Ο διάλογος είναι σχεδόν ανύπαρκτος, ενώ οι αψεγάδιαστες εικόνες σε ταξιδεύουν στην κόλαση και  στον παράδεισο.  Ένας ύμνος για τη ζωή, ένα πραγματικό θαύμα. Και μια τελική σκηνή, που προσωπικά συγκαταλέγω στα μεγαλύτερα κινηματογραφικά επιτεύγματα. Σε αυτή θα βιώσουμε την κρυστάλλινη ένωση μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, που αβαρείς φτερουγίζουν σε μια εσώψυχη μουσική. Η Ένωση και το μηδενικό βάρος αυτής της αδιόρατης απεραντοσύνης.

Ωστόσο και από αυτή τη δημιουργία δε θα μπορούσαν να απουσιάζουν οι αγαπημένες αναφορές του σκηνοθέτη στη βία. Η βία με την τόση διαφορετική έκφραση ανάλογα το ταξικό επίπεδο απ’ όπου προέρχεται. Η βία της εξουσίας και της ανώτερης ταξικής ιεραρχίας εμφανίζεται πλούσια και απερίσκεπτη. Ένα είδος απελευθέρωσης και ικανοποίησης στα πιο διαβρωμένα ένστικτα. Από την άλλη, στα χαμηλά κλιμάκια της κοινωνικής ιεραρχίας η βία εμφανίζεται εγκλωβισμένη. Σφιχτοδεμένη να περικυκλώνει την ανίσχυρη οργή του ατόμου. Αλλά ακόμα και όταν αυτή γίνεται υπαρκτή, ξεσπάει μόνο παράπλευρα. Για να επιστραφεί, υπό το βάρος της συνείδησης, στο ίδιο το άτομο. Ως βαθύ σπαρακτικό τραύμα στα εσώψυχα του ανθρώπου.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη