“Ξενιώ”, γράφει η Μαριάννα Γληνού

Ενενήντα- δυο ανόργανες χημικές ουσίες ευθύνονται για τη ζωή στον πλανήτη, αυτές και η τυχαία εξέλιξη τους σε οργανικές. Η επιστήμη δεν έχει την ανάγκη της ύπαρξης ενός Θεού για να δικαιολογήσει τη ζωή ή την εξέλιξή μας. Διαχωρίζει απλά τη δημιουργία από όποιον υποτιθέμενο Δημιουργό. Τα δημιουργήματα, μπορούν να πιστεύουν σε ότι θέλει το καθένα, είναι άσχετα από την επιστήμη, αυτή καθαυτή. Τώρα, αν εσύ, ανήμπορε άνθρωπε, ακόμα αναρωτιέσαι πού χωράει η ψυχή σου σε όλα τούτα, κι αν σε τρώει η αγωνία να την εντάξεις σε ένα μεγαλύτερο σχήμα σκέψης και νου, πρόβλημά σου.

Υπάρχουν άνθρωποι που στην καθημερινή τους διαχείριση των πραγμάτων, δεν χάνονται σε περίσσιες σκέψεις, δεν αναλώνονται, προσπαθώντας να εξηγήσουν κάθε παραμικρή στιγμή, εκλογικεύουν τις καταστάσεις και σώζονται. Ούτε ανησυχίες, ούτε συναισθηματισμοί, ούτε εναγώνια ερωτήματα. Όσο τυχαία η εξέλιξη, άλλο τόσο τυχαία και η συμπεριφορά των ανθρώπων. Με μία μόνο παράμετρο, το απλό και λογικό συμφέρον. Τι μεγαλειώδης μοναξιά, τι απόλυτη εκμηδένιση! Είναι κάποιοι άνθρωποι που γεννιούνται για να είναι μόνοι τους.

Αυτά σκεφτόταν η Ξενιώ, κάθε φορά που προσπαθούσε να εντάξει τον εαυτό της σε μια κατάσταση. Δεν ήταν, κατά τα κριτήρια του κόσμου, μόνη. Κάθε άλλο. Μια τετραμελής οικογένεια, το σύνηθες και τυπικό της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, απαιτούσε από εκείνη το περισσότερο της καθημερινής της ενέργειας. Όλα, δεν παραπονιόταν, ήταν αυστηρές της επιλογές. Γιατί, όμως, έβρισκε τον τρόπο που σκεφτόταν και αντιδρούσε τόσο αταίριαστο, τόσο διαφορετικό, τόσο παράταιρο; Ήταν πιο πολύ η αίσθηση πως οι άλλοι περίμεναν άλλα από εκείνη. Να ήταν πιο βατή βρε αδερφέ, πιο γήινη, πιο προσβάσιμη, πιο γυναίκα. Ναι, αυτό θα την έσωζε από πολλά δύσκολα. Γιατί οι περισσότερες γυναίκες στα δύσκολα, βάζουνε λίγη πουτανιά στη μέση, κι όλα, μαγικά, αλλάζουν στο λεπτό. Δεν λένε στα ίσια τι πιστεύουν ή τι θέλουν. «Ναι, αγάπη μου, θα το συζητήσουμε κάποια άλλη στιγμή αυτό». Κι η άλλη στιγμή, κανονίζουνε να είναι το αμέσως επόμενο πρωινό μιας πολύ ικανοποιημένης νύχτας. Χαλί, ο γλυκός τους. Ίσα με το πάτωμα, μερικές φορές και κάτω από αυτό. Οι γυναίκες-μητέρες, έχουν άλλους τρόπους. Πιο πειστικούς. «Θα πάω για εξετάσεις αύριο παιδάκι μου. Δεν χρειάζεται να με πας εσύ. Έχεις τόσα να σκεφτείς, να σε παιδεύω κι εγώ;» Την άλλη μέρα, το παιδάκι της απίκο.

 Έτσι λοιπόν, γίνονται τα πράγματα. Δεν λέμε στα ίσια τις σκέψεις μας, Ξενιώ. Κρατάμε τις πισινές μας. Έτσι μας εκτιμάνε οι άλλοι, έτσι έχει αξία η θέση μας. Η πολιτική στη ζωή μας. Αυτό θα ήταν η επόμενη διατριβή της Ξενιώς. Η επιτυχία της εργασίας ήταν κάτι αμφισβητήσιμο. Πόσοι θα είχαν τα κότσια να παραδεχτούν όλα αυτά που θα έγραφε; Κι όσο πιο πολύ θα έβρισκαν τις ζωές τους να ταιριάζουν με τα λεγόμενα, τόσο πιο πολύ θα αμφισβητούσαν την ορθότητα των σκέψεων. Μη σου πω πως στο τέλος, θα της συνιστούσαν έναν καλό νευρολόγο.

Είχε μια πεθερά η Ξενιώ, σκέτη αποκάλυψη! Και ψήνει και τηγανίζει και μαγειρεύει! Όπως μια γνωστή μάρκα ακριβών και ανθεκτικών κατσαρολικών. Η απάντηση σε όλα. Είχε μια δύναμη αυτή η γυναίκα που έβαζε κάτω μπόλικους, με μια αξιοθαύμαστη ευκολία. Πώς κατάφερνε να κρατά πάντα ενήμερο το μπλοκάκι στο μυαλό της, με αποθηκευμένες πληροφορίες για τους πάντες! Βέβαια όλες οι καταχωρήσεις, χρησιμοποιούνταν ανά περίσταση.

Συχνά, ένιωθε η Ξενιώ, πως δεν ήταν εκείνη η νύφη που είχε ονειρευτεί να είχε κάνει. Δεν κούμπωνε η συμπεριφορά της με ότι εκείνη περίμενε από την νύφη της. Δεν πειράζει, χάσατε. Και την Ξενιώ, την είχε πιάσει ένα μουλάρωμα, άλλο πράγμα! Όχι ότι δεν την πονούσε κι αυτήν μέσα της. Ίσα- ίσα. Είχε προσπαθήσει για χρόνια να είναι ό,τι περίμεναν οι άλλοι από αυτήν. Κάποια φορά, μάλιστα, νόμισε πως την αντιμετώπιζαν σαν να ήταν παιδί τους. Είχε κάνει όμως λάθος. Τι θέλουμε, τι νομίζουμε και το τι στα αλήθεια ισχύει, είναι σαν την αγάπη της γης με τον ουρανό. Αδύνατη σχέση. Έτσι πάντα έμενε ή κάγκελο, ή με ανοικτό το στόμα. Πιο από τα δυο φαινόταν πιο πολύ, δεν ήξερε.

Πάντως η σιγουριά των ανθρώπων για τα λεγόμενά τους, ήταν κάτι που την εξέπληττε, άθελά της. Κι όχι μόνο αυτή μόνη η σιγουριά. Η ικανότητά τους να μπαίνουν τα λόγια τους βαθιά μέσα σου και να σε τρυπάνε σαν βελόνες. Γιατί τόση σιγουριά κάποια βάση θα πρέπει να είχε, δεν μπορούσε αλλιώς. Ανάθεμα στην ευαισθησία σου, την απύθμενη και την άμετρη, Ξενιώ. Δεν χάνονται τα θέλω σου γιατί κάποιων τα θέλω ή οι απόψεις λέγονται με περισσότερη δύναμη. Δεν χάνεσαι στην αγάπη σου γιατί κάποιος άντρας βρέθηκε να σε αγαπήσει αληθινά. Δεν στην πετάνε την αγάπη σαν ξεροκόμματο αν δεν την αξίζεις. Ξύπνα, προχώρα, μάθε και εσύ να διεκδικείς.

Δεν είχε μάθει να διεκδικεί. Να παρακαλάει, ίσως. Αν θέλεις, αν μπορείς, συγνώμη που σε βαραίνω, δεν ξέρω στα σίγουρα, κι άλλα πολλά τέτοια κενά, άφηναν στους άλλους άπλετο χώρο, όχι μόνο για να βεβαιώνουν τους εαυτούς τους, αλλά και για να καθορίζουν τη ψυχολογία της. Κι εκείνη το μόνο που ήθελε ήταν να μπορεί να είναι αληθινή. Πόση αλήθεια, όμως, αντέχουν οι άνθρωποι ο ένας από τον άλλο και πώς η αλήθεια μου δεν γίνεται σκοινί γύρω από τον λαιμό του άλλου και τον πνίγει.

Έτσι, παρότι σε προχωρημένη ηλικία, συχνά ένιωθε πως ήταν ένα μικρό παιδί, με τρυφερή καρδιά και μεγάλες προσδοκίες. Δηλαδή μόνη. Αυτό που συχνά της έλεγε ο άντρας της. «Εσύ, παιδάκι μου, έπρεπε να ζεις στα βουνά. Εσύ κι από μονάχη σου.» Τόσο αταίριαστη την έβρισκε φαίνεται  και εκείνος. Κι ας την αγαπούσε, καθώς έλεγε. Εντέλει, ό,τι αγαπάμε, είναι ένα αντιφέγγισμα αυτού που περιμένουμε ο καθένας. Τόσο δυνατό και με τόση διάρκεια, όσο τ’ αντιφέγγισμα του φεγγαριού, ένα γλυκό βράδυ στη θάλασσα. Τις άλλες φορές, προσπαθούμε να ταιριάξουμε την αλήθεια στ’ αντιφέγγισμα. Τι ματαιοδοξία!

Η πολιτική στη ζωή μας ή ο δεκάλογος μιας πετυχημένης συζύγου:

  1. Οι περιττές ευαισθησίες εκτός. Κρατάμε μόνο τις αναγκαίες, για να μην μας εντάξουν στους αναίσθητους.
  2. Δεν μιλάμε πολύ. Το σνομπάρισμα προσδίδει κι έναν αέρα ανωτερότητας.
  3. Όταν μιλάμε, δεν αφήνουμε περιθώρια για καμιά αμφισβήτηση.
  4. Δεν λέμε ποτέ, τι πραγματικά σκεπτόμαστε.
  5. Είμαστε πάντα καλοντυμένες, με καινούργια ρούχα κι όχι της ανακύκλωσης από το χρονοντούλαπο.
  6. Μέσα στο χρυσαφικό και τη χλύδα.
  7. Δεν βοηθάμε στο σερβίρισμα, ειδικά όταν είμαστε καλεσμένες.
  8. Χαμογελάμε και δεχόμαστε όλες τις προσκλήσεις, σαν να είμαστε έπιπλο ασορτί με τον σύζυγο.
  9. Γενικά, υιοθετούμε την ψυχολογία της ταπετσαρίας. Λουλουδάτης, κατά προτίμηση.
  10. Δεν λέμε ηχηρά «όχι», μόνο σιγανά «ίσως» και «εάν».

Δεν ήξερε η Ξενιώ να κάνει αυτό που οι άλλοι περίμεναν να κάνει; Και βέβαια, αλλά δεν της άρεσε να προσποιείται. Μισή αλήθεια, μισή ζωή. Μισή αλήθεια, λιγάκι από ψέμα. Καλύτερα να γύρναγε στην ψυχρή κι επιστημονική άποψη. Ενενήντα- δυο ανόργανες χημικές ουσίες ευθύνονται για τη ζωή στον πλανήτη, αυτές και η τυχαία εξέλιξη τους σε οργανικές. Να άφηνε το ψάξιμο. Να ξεχνούσε τα σταυροδρόμια της ζωής, να έβλεπε τα πάντα σε μια τεράστια μεγέθυνση. Και τότε, θα καταλάβαινε πως όλες οι σκέψεις μας, όλες μας οι διαφορές,εμείς οι ίδιες, μικρές κουκίδες στο απέραντο σύμπαν. Μοναχές. Ή ξένες, Ξενιώ.

Ίσως σας αρέσει και

2 Σχόλια

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη