“Κούλα”, γράφει η Μαριάννα Γληνού

Πλατύς πεζόδρομος. Πλακόστρωτος.

–Τώρα είναι. Σήμερα. Πάρε, πάρε, πάρε. Κορίτσια, παλικάρια, σήμερα κληρώνει. Τζάκ -πότ.

Δυο περιστέρια γύρω από ριγμένα ψίχουλα στη βάση ενός φανοστάτη, που θα ταίριαζε σε μια παραθαλάσσια πόλη περισσότερο απ’ ότι εδώ. Γύρω του τυλιγμένα σε σωλήνα Χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια, τι να μπαίνουμε στον κόπο, βάλε, βγάλε, πλήρωσε τους ηλεκτρολόγους ξανά και ξανά για τον ίδιο σκοπό;

Δεν μπορεί, κάπου πίσω από τα κτίρια και τις καφετέριες, τ’ αραδιασμένα τραπεζάκια δίπλα σε παρτέρια, θα ‘ναι μια θάλασσα. Το μαρτυράει το ξεχασμένο αεράκι, που έρχεται ξαφνικά, ανεμίζει την κατεβασμένη τέντα, θροΐζει τα φύλλα, σκορπάει τα ψίχουλα.

Τα περιστέρια, φαίνεται, όταν θυμώνουν κάνουν αριστερόστροφους ή δεξιόστροφους κύκλους γύρω από τον εαυτό τους. Ύστερα, σταματούν, κοιτάζουν τον εισβολέα με ματιά δηλητήριο και του ρίχνουν μια ξαφνική τσιμπιά. Ένας  νέος με στραβοπατημένα παπούτσια, περνώντας σκορπάει περισσότερο τα ψίχουλα. Ποιος περπατώντας στοχεύει τα ψίχουλα πάνω στον δρόμο;  Κοντοστέκεται το περιστέρι, με το ράμφος καθαρίζει τα πόδια και μετά τα φτερά. Τόσο περίσσιο σκόρπισμα!

Ένας δρόμος βγαλμένος απ’ τον χάρτη, να συμπυκνώνει τη ζωή.

Μια κυρία παραπονιέται. Φουσκωμένα κοινόχρηστα.

–Είπα κι εγώ, δεν πληρώνω. Δεν θα πεθάνω κιόλας. Πού να προλάβω; Τετρακόσια είκοσι ευρώ σύνταξη.

Δυο άλλες συναντιούνται απρόσμενα. Η μια φοράει  μια αέρινη κελεμπία, νύχι και μαλλί φτιαγμένα, το δεύτερο λίγο πατημένο στον ύπνο, σκουλαρίκια γαλάζιες μαργαρίτες, να φεγγίζουν τα κουρασμένα πόδια, λίγο σαν τσαλακωμένο περιτύλιγμα δώρου κι η άλλη, χοντρουλή, ατσούμπαλη, ντυμένη τη φορεσιά της χηρείας.

Δυο χρησιμοποιημένες πατσαβούρες που φιλήθηκαν, ευχήθηκαν  η μια στην άλλη, κι αποχωρίστηκαν. Τη στιγμή όμως που η Κολωνακιώτικη δεν κοιτούσε, η μαυροφορεμένη μ’ ένα λοξό τελευταίο κοίταγμα, σκέφτηκε: «Πώς κυκλοφορεί έτσι το σούργελο!  Καλά είναι, τη βλέπω , δεν τη βλέπω; Γελάστε κόσμε!»

Κάτι πιτσιρίκια χαίρονται κι αστειεύονται μεταξύ τους βάζοντας στοιχήματα, ποδηλατίζουν ορθοπεταλιά  τις μέρες τους. Ένας σχεδόν «γαλάζιος» κύριος τα προσπερνάει βηματίζοντας νωχελικά, παίζοντας στα δεξιά τού σώματός του ένα κεχριμπαρένιο κομπολόι.

Κάποια πιο μικρά οδηγούν τα πλαστικά αυτοκινητάκια που παίζουν γυρίζοντας γύρω-γύρω τραγουδάκια παιδικά -σα καλοδεμένο σιρόπι σταλάζουν στην ψυχή οι νότες και τα λόγια…

«Μια-ω-ραί-α πε-τα-λού-δα, μια ω-ραί-α πε-τα-λού-δα…»

Ένα αλογάκι, ένα ελικόπτερο, ένας σκαραβαίος κάμπριο, όλα γυαλιστερά και φωτεινά.

Ένας πεζόδρομος η ζωή.

 Πάνω  στα πλακάκια του χιλιάδες, εκατομμύρια πόσα βήματα, μέσα στον χρόνο!

Τα λουλούδια στα παρτέρια, αν μαραθούν, ένα χέρι -κάποια στιγμή- θα τ’ αλλάξει. Αριστερά και δεξιά μαγαζιά διάφορα, ψιλικά, μίνι-μάρκετ, πάνες παντός είδους, για την ακράτεια και γενικά, εδώ τα καλά κλειδιά, ξεκλειδώνουν τα πάντα, νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων, πυτζαμικά, πουκάμισα κολλαριστά κλεισμένα στις πλαστικές τους θήκες, όλα από μιαν άλλη εποχή.

Πού και πού, ανάμεσά τους, μαγαζιά κλειστά, παλιοί πέτρινοι τοίχοι να κερνάνε δροσιά, θύμηση κι εγκατάλειψη. Να χάσκει  μέσα τους ένα κενό, η πίεση από το βάρος, τα χρόνια, το χτίσιμο, οι κτίστες; Όλα μαζί και το καθένα από λίγο φταίχτης.

Πράγμα κι αυτό! Ο χρόνος, λέω.  Πώς συμπυκνώνεται μέσα σε ένα όνομα, πώς χωράει στο σταθερό τραγούδι του τζιτζικιού που σε τρελαίνει πρώτα κι ύστερα σταματά ξαφνικά, κι ακούγονται ξανά, καθαρά πια, τα κρυμμένα τιτιβίσματα των πουλιών, κρυφές, μελωδικές συνομιλίες που δεν θα αποκρυπτογραφηθούν ποτέ!

Στις γωνιές του πεζόδρομου, αναδύεται κάτω απ’ τον καυτό  ήλιο, η ανακούφιση απ’ τις γάτες, τα σκυλιά και τους περαστικούς άντρες της προηγούμενης νύχτας.  Σαν την αλήθεια των ευχών στα στόματα των ανθρώπων.  Κι εγώ; Μια κουκίδα καθισμένη στα μαρμάρινα σκαλοπατάκια, ευτυχώς να μπορώ να σας μιλώ για όλα αυτά, μειδιάζοντας…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη