«Κάτω από τη στέγη του σπιτιού μου», γράφει η Μαρία Πανούτσου

ΚΕΑ,  Ιουλίδα,  Οκτώβριος 2018

Το χωριό είναι ένα τεράστιο περιστέρι, που βρέθηκε  στην πλαγιά αυτού του λόφου τυχαία και ξάπλωσε ν’ αποκοιμηθεί, να ξεκουραστεί, μέχρι το πρώτο  φθινόπωρο.

Από φθινόπωρο σε φθινόπωρο αναβάλλει τη θυσία που υποσχέθηκε να κάνει για να σώσει τις ψυχές των ανθρώπων που ζούσαν εκεί. Αγάπησε πολύ και θέλησε να χαρεί  τις ομορφιές – αυτό το  βραχώδες  κομμάτι γης –  και τις συνήθειες των κατοίκων.

Την πρώτη φορά που είδα αυτό  το τεράστιο περιστέρι ήταν  από το πλοίο, πλέοντας προς το νησί τo Πάσχα του 1990. Ήταν περιστέρι, ήταν λευκό πέτρωμα που αγκάλιαζε τον βράχο της Ιουλίδας; Κοίταζα  και έμενα εκστατική. Πού πήγαινα…  Τι θα συναντούσα…

Κάποια νύχτα είδα ένα όνειρο – πάντα βλέπω όνειρα  όταν πρωτοπάω σε ένα νέο χώρο ή τόπο  να μείνω. Το όνειρο μιλούσε  για ένα τοπικό θρύλο του νησιού.  Ο θρύλος έλεγε ότι το  περιστέρι αυτό, ήρθε και έκατσε στα πλευρά της χώρας και  ξαπόστασε και του άρεσε πολύ να μείνει  εκεί για πάντα, αλλά θέλησε να κάνει και κάτι για τους κατοίκους και σκέφτηκε  να κάνει μια θυσία.

Ζήτησε λοιπόν από την φύση, που όλα  τα καταλαβαίνει, κάποια μέρα που εκείνο θα ήταν πολύ  χαρούμενο,  η φύση ακούγοντας την επιθυμία του, θα το μαρμάρωνε εκεί στην πλαγιά αυτή κι  έτσι  το περιστέρι, πετρωμένο  με ολάνοιχτες τις φτερούγες του  προς την ανατολή και τη δύση, θα έμενε εκεί  μαρτυρία της αγάπης  του για πάντα.

Αυτό το όνειρο είδα και ήταν ο θρύλος που με προϋπάντησε στην Κέα. Κάποιοι παλαιοί τον θυμούνταν και το επιβεβαίωσαν αλλά οι νεώτεροι τον αμφισβητούν.

Πολλοί άνθρωποι  δεν αισθάνονται τους υπόγειους κραδασμούς  της γης, δεν βλέπουν τα αλλοπρόσαλλα πλάσματα να   περπατούν δίπλα – δίπλα με τους εαυτούς τους και δε μυρίζουν  το χώμα, με την οσμή του  ουράνιου τόξου.

Ανάμεσα στα βράχια, στα βρύα και τις  λειχήνες,  βότανα και ορχιδέες,  ταπεινά κυκλάμινα  που διακοσμούν το βλέμμα  μου,  που ρουφάει ακόμη  και τα μικροσκοπικά μυγάκια που τρυπώνουν στο φως, τα  σπίτια της Ιουλίδας που με  περιβάλουν -το άσπρο περιστέρι-  είναι η παρέα μου τις μέρες αυτές του Φθινοπώρου.

Είναι Πέμπτη  11 Οκτώβριου 2018,  η μέρα είναι δροσερή με ένα ουρανό σπαρμένο με λίγα σύννεφα  αραιωμένα.   Ο ήλιος ανενόχλητος,  σεργιανίζει, μας λούζει και  οι θρύλοι περιμένουν υπομονετικά να χειμωνιάσει, να ζωντανέψουν και  να ταρακουνήσουν λίγο, την αμετάβλητη σιγουριά των κατοίκων.

Ταρακουνώ ένα ρήμα συνδεδεμένο με το σεισμό,  ναι με το σεισμό, που μετακινείται, από  συλλογισμό σε συλλογισμό.

Είμαι  στην αγκαλιά αυτού του περιστεριού εγώ και όσοι κατοικούμε σ‘ αυτόν τον ευλογημένο τόπο.

 

Κάτω  από τη στέγη του σπιτιού μου

Μετρώ τις ώρες που μου μένουν

Μέχρι τον χρόνο να προφτάσω

Τα σπίτια  γύρω μου

Κοιτούν, συντροφεύουν, εξερευνούν

Το βλέμμα πέρα μακριά τραβιέται

εκεί μέχρι να σκοτεινιάσει στα δένδρα, το φως

 

Χρόνια και χρόνια εδώ

χωρίς τέλος και αρχή

αφού τέλος και αρχή

μοιάζουν τόσο

 

Αφήνω πίσω μου το χθες

και ανακράζω

τις ιστορίες των ανθρώπων

καθώς  απαριθμώ τα σπίτια

ανοίγω μόνη  τα παράθυρα

τις πόρτες

ακτινοβολώ και εξιστορώ

 

Οι τοίχοι, τα κουφώματα, η μούχλα,

η υγρασία

η σημασία του χρόνου, και όχι μόνο στους τοίχους

αλλά και στους άνθρωπος  που απουσιάζουν

ποιος ξέρει προς τα πού, τα βήματά τους

 

Ο ουρανός αναλλοίωτος  και η γης αυλακωμένη

 

 

Κέα, Πέμπτη  11 Οκτώβριου 2018


[Copyright ©  Μαρία  Σκουλαρίκου-Πανούτσου]

 

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη