«Η κραυγή», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

Καλοκαίρι, Ιούλιος μήνας και η ζέστη στην Αθήνα επιεικώς αφόρητη. Δεν κουνιέται φύλλο και με τα παράθυρα ορθάνοιχτα προσδοκούμε μπας και  γίνει κάποιο ρεύμα και δούμε Θεού πρόσωπο. Και θαρρείς έπιασε η ευχή και σαν να φάνηκε ένα απαλό αεράκι. ‘’Φάνηκε,’’ τρόπος του λέγειν, γιατί αεράκι είναι αυτό και δεν φαίνεται μόνο το καταλαβαίνουμε έτσι καθώς κουνάει τα κλαδάκια της λεύκας και του τεράστιου πλάτανου, που απορίας άξιον τι βρήκε στο άνυδρο πεζοδρόμιο και πήγε και φύτρωσε εκεί και θεριεύει χρόνια τώρα.

Το βλέπεις το αεράκι να κουνάει τα περιστεροαπωθητικά CD, που είναι οι καλύτεροι μάρτυρες της ανεπαίσθητης παρουσίας του, που σαν απαλό χάδι έρχεται να στεγνώσει τον ιδρώτα που κολλάει στο πρόσωπο. Και μόνο η αίσθηση της παρουσίας του αμβλύνει κάπως το αίσθημα της κάψας από τον ανελέητο ήλιο και προσφέρει πνοές ανάσας. Ευλογημένο να ‘ναι.

Καθισμένη και αποκαμωμένη η κ. Πέρσα κάθεται στην σκιερή της βεράντα και από καιρού σε καιρό, βουτάει σε ένα μπολ με παγάκια ένα κλωνάρι βασιλικού και μ’ αυτό δροσίζει το κεφάλι της. ’’Στο τέλος θα δω το βασιλικό να φυτρώνει και στην κεφαλή μου’’ αστειεύεται γελώντας. Δεν το άντεχε το air condition, ούτε και της έκανε καλό στο Χ.Α.Π. που την ταλαιπωρούσε. Ένα παγωμένο ποτήρι βυσσινάδα που το ανανέωνε συχνά πυκνά από μια μικρή κανάτα που κολυμπούσε σε μια θάλασσα με παγάκια και  κρατούσε στα χέρια της και σε ένα κρυστάλλινο παλλαϊκό πιατάκι, αναπαυόταν νερατζάκι πράσινο, γλυκό του κουταλιού, που ήταν η αδυναμία  της και το είχε φτιάξει με τα χεράκια της, η κολλητή της φίλη και της το πρόσφερε με όλη της την αγάπη. Κοντολογίς αυτός ήταν ο οπλισμός της κατά της αφόρητης ζέστης.

Ήταν τυχερή που όλα αυτά μπορούσε να τα απολαμβάνει, μιας και το μόνο που δεν είχε ήταν το σάκχαρο, να την βασανίζει ύπουλα και υποχθόνια, όπως τον συγχωρεμένο τον άντρα της. Το γλυκό του κουταλιού την γύριζε πίσω στα χρόνια που η μάνα της εξπέρ του είδους, έφτιαχνε λογής-λογής αριστουργήματα, όπως συκαλάκι, νεράντζι κίτρινο με την φλούδα του καρπού, βύσσινο, καρυδάκι  και άλλα. Την θυμόταν να τυλίγει τα δάκτυλά της ένα-ένα με υφασμάτινες λωρίδες για να τα προστατεύει από το γάλα του σύκου που πλήγιαζε τη σάρκα. Με μια δε φουρκέτα  να βγάζει με αριστοτεχνικό  τρόπο το κουκούτσι από το βύσσινο. Πολύ αργότερα είδαμε να κυκλοφορεί στο εμπόριο ειδικό εργαλείο για τη δουλειά αυτή.

Γευστική ευωχία λοιπόν και ατμοσφαιρική επίσης με  το γιασεμάκι, παρέα με το βασιλικό, να έχουν τρελάνει τα ρουθούνια. Μικρές δόσεις ευτυχίας…

Ξάφνου ακούει μια κραυγή δυνατή, σαν κάλεσμα για βοήθεια ένα πράγμα. Το κουταλάκι με τα νεράντζι μένει μετέωρο και στη συνέχεια το ξαναβάζει  αφάγωτο στο πιατάκι. Τι να συνέβαινε στην όποια γειτόνισσα (γυναικεία της φάνηκε η κραυγή); Ποια απειλή  επικρέμονταν της κεφαλής της και ζητούσε κάποιον να στέρξει να την βοηθήσει; Και πώς να την εντοπίσει; Να πάρει  σβάρνα και να κτυπάει τις πόρτες 27 διαμερισμάτων και να ρωτάει χαζά ‘’γεια σας, βοήθεια θέλετε’’; Θα την περνούσαν για καμιά  σαλεμένη.

Ανακάθισε στην καρέκλα της και τέντωσε τα αυτιά της μήπως και άκουγε κάτι περισσότερο, αν μη τι άλλο τον εντοπισμό της Χριστιανής που κραύγασε έτσι απελπισμένα. Σκέφτηκε  να ειδοποιήσει  το 100. Αν κάποιος ήταν πράγματι σε κίνδυνο και τον άκουσε μόνον αυτή, θα ήταν ασυγχώρητη αν  δεν έκανε έστω και κάτι, βρε αδερφέ. Αλλά και πάλι τι  να  έλεγε στα όργανα της τάξης; Τι άκουσε άλλο εκτός  της στιγμιαίας κραυγής; Μην την έπαιρναν για καμιά φαντασιόπληκτη γραφική ηλικιωμένη που έχει παραισθήσεις; Το πιο πιθανόν! Το παίδευε στο μυαλό της και δεν έλεγε να το ξεχάσει. Έφερνε τον εαυτό της στην θέση της καλούσης. Δεν θα μπορούσε και η ίδια να βρισκόταν κάποια στιγμή σε παρόμοια θέση ανημποριάς, ή ακόμη-ακόμη και υπό το κράτος μιας απειλής; Και σαν τι άλλο θα έκανε τότε κι  εκείνη; Μαζί με την κραυγή θα άφηνε όνομα και διεύθυνση;

Πήρε λοιπόν τα ρίσκα, είπε ‘’θα ειδοποιήσω και  γαία πυρί μειχθήτω’’ και κάλεσε το 100.

Το όργανο, όπως και το περίμενε η Πέρσα, ζήτησε περαιτέρω λεπτομέρειες σε καμία από τις οποίες δεν ήταν σε θέση να απαντήσει. Τι να πει δηλαδή; Μήπως ήξερε και κάτι άλλο; Ναι, μα με τα μήπως και τα αν, δεν προσφέρεις βοήθεια σε τέτοιες περιπτώσεις. Το αντίθετο μάλιστα, μπερδεύεις πιότερο τα πράγματα.

Περίμενε, περίμενε κάποιος να φανεί, μα μήτε φωνή μήτε σημάδι. Τέλος εκείνη αποφάσισε ότι το καθήκον της το είχε πράξει στο ακέραιο και αν κάποτε τα όργανα αποφάσιζαν και αυτά να φανούν, ήταν τα πλέον αρμόδια να λύσουν τον γρίφο όποιος και να ήταν αυτός.

Με τούτα και με κείνα η Πέρσα ξέχασε να δει και την αγαπημένη της σειρά στην TV, αν και την είχε ανοιχτή ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, για να μην το ξεχάσει δηλαδή. Ήταν φανατική της τηλεόρασης κάτι σαν προέκταση του μοναχικού εαυτού της ένα πράγμα. Σπάνια να της ξεφύγει επεισόδιο και να που της ξέφυγε τώρα. Και ή έπρεπε να πάρει την κολλητή της φίλη την Μυρσίνη και να την βάλει να της το διηγηθεί με το νι και με το σίγμα, ή να το δει σε επανάληψη χάνοντας όμως τον μεσημεριανό της υπνάκο. Προτίμησε την δεύτερη εκδοχή, αφού άλλωστε και η ώρα πλησίαζε ήδη. Να ΄ναι καλά τα παλικάρια εκεί στο τηλεοπτικό στούντιο που προσέφεραν τόση αξιαγάπητη συντροφιά κυρίως σε μοναχικούς ανθρώπους.

Καταπιάστηκε με λίγες μικροδουλίτσες της εντωμεταξύ, κυρίως κάτι λογαριασμούς για την Εφορία, μετά ετοίμασε κάτι πρόχειρο να τσιμπολογήσει καθώς θα βλέπει τη λατρεμένη της σαπουνόπερα. Φευγαλέα της πέρασε από το μυαλό η κραυγή που την είχε αναστατώσει και απόρησε που δεν φάνηκε ένστολος να επαληθεύσει την πληροφορία της έστω. Ποιος ξέρει τι να απόγινε η άγνωστη/γνωστή γειτόνισσα! Αχ καταραμένη μοναξιά… Εδώ η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, τις προάλλες, μάζευε υπογραφές από τους ενοίκους να πάνε στον Εισαγγελέα να δώσει άδεια να ανοιχθεί το σφραγισμένο διαμέρισμα ενός ζεύγους υπερηλίκων που απεβίωσαν σχεδόν συγχρόνως και είτε από ψόφιο γατί, ή τρωκτικό, ή και  σαπισμένες τροφές, μύριζε απαίσια ενοχλώντας και δικαιολογημένα  τους ενοίκους. Μόνοι τους έζησαν και μόνοι πέθαναν, κανέναν δεν ενόχλησαν όσο ζούσαν παρά μόνον με το θάνατό τους και την εγκατάλειψη τού χώρου τους ενόχλησαν άθελά τους. Να γιατί η κ. Πέρσα στενοχωριόταν με την κραυγή που άκουσε. Αν κάτι συνέβη σε μοναχικό άτομο ε, θα παραήταν πολύ για την πολυκατοικία τους. Και ακόμη, ποιος της έλεγε ότι κάτι παρόμοιο δεν μπορούσε να συμβεί και σ’ αυτήν την ίδια!!! Ευτυχώς που το επεισόδιο στο σίριαλ ήταν τρομερά ενδιαφέρον κι ξεχάστηκε για λίγο.

Και εκεί που έβλεπε μια δραματική σκηνή με τον κακοποιό να ετοιμάζεται να πνίξει την ηρωίδα του έργου με ένα μαξιλάρι που της έβαζε στο πρόσωπο, εκείνη προλαβαίνει και βγάζει μια κραυγή βοήθειας που ήταν τόσο δυνατή, ικετευτική και γεμάτη προσδοκία ότι κάποιος θα στέρξει προς βοήθειά της που ο ληστής τα χρειάστηκε και το έβαλε στα πόδια χωρίς να αποτελειώσει το φονικό του.

Η κ. Πέρσα είχε μείνει άναυδη. Αυτή η κραυγή, δεν της ήταν καθόλου μα καθόλου άγνωστη. Ήταν αυτή που της είχε στοιχειώσει τη σημερινή της ημέρα και την είχε οδηγήσει  στο να πάρει αποφάσεις καθοριστικές για την ζωή της. Μόνη της αυτή, μόνη της η Μυρσίνη. Γιατί να μην ένωναν τις μοναξιές τους μένοντας πότε στο ένα πότε στο άλλο σπίτι; Πώς και δεν το είχαν σκεφτεί ποτέ οι δύο κολλητές φιλενάδες;

Να που η TV δεν ήταν και τόσο άχρηστη πια όπως της καταμαρτυρούμε.

Ευτυχώς βέβαια που τελικά δεν είχε έρθει το 100 και δεν ρεζιλεύτηκε και η ίδια. Αλλά και αυτό ψιλά γράμματα ήταν. Γιατί, μπορεί να είχε κάνει λάθος, αλλά ήταν ένα λάθος από αυτά που σε βάζουν στο σωστό μονοπάτι της ζωής προσφέροντάς σου ανεκτίμητη βοήθεια;…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη