«Αγνή», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

     Η Αγνή, μία κοπέλα γύρω στα τριάντα πέντε της, όνομα και πράγμα σαν χαρακτήρας. Τύπος ιδανικός αγνού ανθρώπου που δεν ένιωσε ποτέ τι θα πει μνησικακία, ζηλοφθονία και όλα τα εις ’’ία’’ θανάσιμα αμαρτήματα ή μη.

    Θεός της ο έρωτας και Θεά της η μάνα αυτού η Αγάπη, στην ιδανική τους version.

    Πιο συγκεκριμένα, η Αγνή ήταν μια ζωή ερωτευμένη με την Αγάπη και με τον έρωτα στο άλλο φύλο, σε επίπεδο φλερτ και θα εξηγήσουμε τι εννοούμε.

    Σε μικρή ηλικία ήταν ερωτευμένη με  τον δάσκαλό της των αγγλικών. Τον φλέρταρε τόσο όμορφα και αθώα, που και ντουβάρι να ήταν ο άλλος, θα έπρεπε να συγκινηθεί, αν όχι να ανταποκριθεί. Πράγματι ο δασκαλάκος ενέδωσε και βέβαια θα ήταν εδώ που τα λέμε χαζός να μην επωφελούταν τη στιγμή που έβλεπε ότι το κοριτσάκι έλιωνε για πάρτι του.

     Μια ημέρα της λέει: «Λοιπόν Aγνή; Πού είναι το γράμμα που μου έγραψες;»

    «Και πώς να το δείτε Sir αφού ναι μεν το έγραψα, αλλά δεν σας το έστειλα ποτέ;» τον ρωτάει ντροπαλά αλλά και με απορία. Δυο κουβέντες όλες κι όλες, που όμως για  την Αγνή ήταν τόσο ερωτικές και τόσο πλήρεις συναισθημάτων που αν λέγαμε ότι ένιωσε πλήρης και η ίδια ας μην φανούμε υπερβολικοί.

     Δεν έκλεισε μάτι όλη τη νύχτα το κοριτσάκι. Ώστε την είχε αντιληφθεί ο δάσκαλος, τόσο που ήταν σίγουρος για την ερωτική επιστολή που θα πρέπει να του έγραψε για να του πει όσα δίσταζε να λεχθούν; Ναι. Θεέ μου, πόσο ευτυχισμένη ήταν. Μα γι’ αυτήν, η ιστορία τελείωσε ΕΚΕΙ. Το φλερτ της, βρήκε ανταπόδοση καθώς νόμιζε και τέλος…

    Έλα όμως που όλοι οι άνθρωποι ναι μεν στο σώμα είναι φτιαγμένοι με τα ίδια υλικά, στην ψυχή είναι που διαφέρουν. Και όταν ο δάσκαλος με κάποιο πιστευτό πρόσχημα της ζήτησε τα μάθημα να γίνει σπίτι του, την πολιόρκησε, που τύφλα να ‘χει ο πολιορκητικός κριός, της επιτέθηκε και η Αγνούλα είπε τον Δεσπότη Παναγιώτη, κατά το κοινώς λεγόμενο. Έμαθε μια και έξω, ότι έρωτας δεν σημαίνει μόνο τρυφερότητα, αβρότητα, ωραία λόγια, φλερτ, αλλά και σεξ και μάλιστα απαιτητικό και πολλές φορές βίαιο. Όχι πώς μέχρι ενός σημείου δεν της άρεσε αφού της είχε ξυπνήσει το ορμέφυτο, αλλά το εξέλαβε σαν κατάκτηση του άλλου και οι κατακτητές δεν ήταν το καλύτερό της. Όταν μάλιστα είδε στο εσώρουχό της τα αίματα της πρώτης φοράς, έπαθε ένα είδος αποστροφής και φοβίας συνάμα.

    Το proficiency ναι μεν το πήρε εκείνη τη χρονιά, αλλά διαβάζοντας σκληρά κατά μόνας, μη θέλοντας να εμπιστευτεί άλλον πια δάσκαλο. Για τον τύπο που την έκανε ‘’γυναίκα’’ ούτε που να τον ακούσει, ούτε που να τον δει. Με λίγα λόγια αυτή ήταν η Αγνή που ναι μεν δεν ήταν κατά την γνώμη της πια αγνή στο σώμα, μα στην ψυχή παρέμενε πάντα εκείνο το ανέγγιχτο λουλούδι της εφηβείας της.

    Εξακολουθούσε να ερωτεύεται τους ανθρώπους και την ΑΓΑΠΗ, κυρίως αυτήν, καταφέρνοντας με τον καιρό να ξεχάσει εκείνον τον πολιορκητικό  κριό που της αμαύρωσε τα όνειρα.

    Με τις ευαισθησίες που την διέκριναν και τη τρυφερότητα που ένιωθε για κάθε τι που αγαπούσε, σε συνδυασμό με ένα έμφυτο ταλέντο, την οδήγησαν στο να αρχίσει να γράφει ποίηση. Τα ποιήματά της στρέφονταν όλα γύρω από το αγαπημένο της θέμα, τον έρωτα και την Αγάπη και όταν οι δικοί της άνθρωποι την παρότρυναν να εκδώσει μια συλλογή μόνο και μόνο για να έχει συγκεντρωμένο το υλικό της ψυχής της, με δισταγμό στην αρχή και αποφασιστικότητα στην συνέχεια, αποφάσισε να απευθυνθεί σε μια πολύ γνωστή επιμελήτρια του χώρου για να ‘’κτενίσει’’ το υλικό της που δεν ήταν ακατέργαστο αλλά όπως συμβαίνει πάντα, ένα έμπειρο μάτι μόνο καλό μπορεί να προσφέρει.

    Με την επιμελήτρια, έγιναν γρήγορα φίλες και η Αγνή με την δοτικότητα που την διέκρινε, έπεσε με τα μούτρα στην φιλία αυτή που της χάρισε θεόσταλτα η ποίηση. Την ερωτεύτηκε και δεν ήταν διόλου παράξενο αυτό. Το αντίθετο θα ήταν περίεργο τηρουμένων των αναλογιών.

    Δεν ζούσε παρά για τις ώρες που δούλευαν μαζί. Η επιμελήτρια πολύ μεγαλύτερη και έμπειρη, κατάλαβε τα συναισθήματα της φίλης της, αλλά συνηθισμένη πια με το κάτι ‘’αλλιώτικο’’ των ‘’πελατών’’ της δεν ξαφνιάστηκε. Η Αγνή κρεμιόταν κυριολεκτικά από τα χείλη τής άλλης, όχι μόνον αφομοιώνοντας τις υποδείξεις της αλλά και δεχόμενη ασυζητητί τις διορθώσεις της, πράγμα περίεργο για την Αγνή που σε αυτόν τον τομέα ήταν πολλές φορές με τους άλλους μονοκόμματη και επίμονη. Και όταν σε μία φάση περίεργης και ασυνήθιστης αντιγνωμίας η επιμελήτρια της είπε με ήπιο και τρυφερό τρόπο: «Μα βρε αγάπη μου, πώς και δεν καταλαβαίνεις τι εννοώ;’’ η Αγνή τα έχασε. Εξέλαβε αυτό το ‘’αγάπη μου’’ απολύτως τοις μετρητοίς και ένιωσε  τον κόσμο να γίνεται ακόμη ωραιότερος. Τα λόγια αγάπης βλέπετε, γι’ αυτήν δεν ήταν έπεα πτερόεντα, τα δεχόταν με την απόλυτη έννοιά τους. Εκείνο το ‘’αγάπη’’ μου, πήρε μυθικές διαστάσεις και την ερωτεύτηκε  ακόμη περισσότερο. Της έγραφε ποιήματα, ήταν η Μούσα  της και πηγή της έμπνευσής της. Και όταν μια μέρα την ακούει  να της λέει: «Πες μου Αγνή, σαν τι περισσότερο απ’ ό,τι ήδη ξέρω μου γράφεις στο γράμμα σου;», η Αγνή τα έχασε ακόμη μια φορά. Μα τι στην ευχή, ταμπέλα έβαζε στο μέτωπό της όπου ανακοίνωνε τις ενδόμυχες σκέψεις και ενέργειές της; Όχι, δεν αρνήθηκε ότι και γράμματα της έγραφε και ποιήματα, αφού ήταν η φίλη τής  καρδιάς της πάνω απ’ όλα. Τι πιο ωραίο και πιο αγνό και πέρα από την οποιαδήποτε αισχρή παρερμηνεία; Αφού την λάτρευε. Ήταν κακό αυτό; Υπήρχε ο φόβος εδώ… πολιορκητικού κριού; Όχι βέβαια.

    Και ένα καλοκαιρινό  πρωινό με το λίβα να καίει τα σπαρτά, έτσι καθώς δούλευαν καθισμένες στην βεράντα, κάτω από την σκιερή κληματαριά, η επιμελήτρια με μια αυθόρμητη κίνηση, βγάζει το ελαφρύ μπλουζάκι της που  ήταν καταμουσκεμένο από τον ιδρώτα, ανασαίνοντας με ανακούφιση.

     Η Αγνή σαν με φλασιά ‘’βλέπει’’ το δάσκαλο του παρελθόντος να γδύνεται αναιδώς μπροστά της, με τις γνωστές συνέπειες και τρελάθηκε. Σιγά, ικετευτικά στην αρχή και εντονότερα στην συνέχεια, άρχισε να λέει: «Όχι, μη σε παρακαλώ. Όχι κι εσύ αγάπη μου…»

    Όπως ήταν επόμενο και φυσικό, η επιμελήτρια απόρησε, αλλά βρήκε λίγη   ψυχραιμία για να της πει: «Τι έγινε Αγνούλα; Τι έκανα; Ησύχασε σε παρακαλώ, είναι φανερό ότι κάτι θυμήθηκες που σε τάραξε. Ίσως να έχεις επηρεαστεί και από το θαυμάσιο ποίημα σου». Πού να φανταστεί η   καημένη την τρικυμία που προκάλεσε το μουσκεμένο από τον ιδρώτα μπλουζάκι στο μυαλό της Αγνής…

 … Εκείνη άρχισε να κλαίει και ήταν, θα λέγαμε, ένα κλάμα λυτρωτικό. Την έκανε να εξηγήσει στη φίλη της όλη την παλιά ιστορία που αμαύρωνε τα όνειρά της και στοίχειωνε τις αναμνήσεις της. Της τα είπε όλα, όλα και όσο  μιλούσε τόσο ο βρόγχος της βίας που είχε υποστεί από ένα άλλο της ίνδαλμα, γινόταν και πιο χαλαρός,

Μέχρι που λύθηκε τελείως. Κατάλαβε επιτέλους  ότι ορισμένοι άνθρωποι έρχονται στη ζωή μας σαν καταλύτες είτε για να εμπνεύσουν κάτι, είτε να εμποδίσουν κάτι. Δεν έχει σημασία το φύλο, αλλά ο άνθρωπος. Ακόμη και η κακιά εμπειρία με τον δάσκαλο, κάτι δίδαξε. Και τώρα με τη φίλη της κατάλαβε επιτέλους μια μεγάλη αλήθεια. Όλοι οι άνθρωποι δεν αγαπούν με τον ίδιο τρόπο, ούτε η Αγάπη έχει για όλους την ίδια σημασία, βαρύτητα και  αξία. Γνωρίζει επίσης καλά, ότι είναι γεννημένη να αγαπάει και θα δίνει πάντοτε στις λέξεις την ερμηνεία τη σωστή. Δε θα πει εκείνη π.χ. ‘’σ’ αγαπάω’’ μόνο και μόνο για να το πει, ή από συνήθεια… Σ’ αυτά τα θέματα είναι ασυμβίβαστη και έτσι θα είναι μέχρι την  τελευταία ανάσα της. Παραδέχτηκε πάντως, ότι ορισμένες υπερβολικές εκδηλώσεις λατρείας, μπορεί και να έχουν συνέπειες ανεπιθύμητες και εν μέρει δικαιολογημένες. Είπαμε. Άλλοι συμβιβάζονται μπαίνοντας σε καλούπια, άλλοι ρίχνουν λίγο νερό στο κρασάκι τους για να μη τους κτυπά στο δόξα πατρί. (Κάτι περισσότερο ήξεραν επί του θέματος οι Αρχαίοι μας που το έτσουζαν νερωμένο!). Υπάρχουν και οι αμετακίνητοι που κατά   τεκμήριο μένουν μόνοι στη ζωή όπως συνέβη με την Αγνή. Ή μήπως και δεν  είναι μόνη της στην τελική; Αυτή, έχει την Αγάπη συντροφιά, που δεν έφυγε ποτέ από δίπλα της.

    Μπορεί και να είναι χούι αυτό το δικό της και το τι λέγεται για το χούι, ας μην το πούμε κι εμείς… Τετριμμένο μεν, αλλά απολύτως σωστό εν τη σοφία του.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη